Ο Θανάσης Βαλτινός ήταν η φωνή που ήξερε να σκάβει βαθιά στις πιο σκοτεινές μας γωνιές και να μας ανοίγει πληγές για να τις κάνει ιστορίες. Η γραφή του μοιάζει σαν ένα μαχαίρι που δεν το πιάνεις ποτέ απλά – κάθε λέξη έμπαινε κάτω από το δέρμα, έκαιγε και πονούσε, θύμιζε ότι είμαστε απόγονοι από ψυχές που βασανίστηκαν, αγάπησαν, πείσμωσαν. Κι όταν η πνοή του Βαλτινού έσβησε, κάτι ένιωσα να λείπει απ’ τον αέρα μας.

Δεν ήταν ένας ακόμα συγγραφέας. Ήταν η φωνή που, με λέξεις σκληρές, απέριττες και ωμές, κουβαλούσε όλα τα βάρη της νεότερης Ελλάδας. Έφερε μπροστά το τραύμα του εμφυλίου, την παγωμένη σιωπή της ελληνικής υπαίθρου, τη βουβή οργή των δεκαετιών που πάλεψαν να συγκαλύψουν την αλήθεια πίσω από έναν φαινομενικά ειρηνικό κόσμο. Έγραψε για την απώλεια και την αγριότητα, για εκείνες τις στιγμές όπου η λογική παύει, και απομένει η γυμνή αλήθεια της ανθρώπινης φύσης.

Θανάσης Βαλτινός θάνατος αποχαιρετισμός στο φως

Ο Βαλτινός άνοιγε την ψυχή του και μας έδειχνε όσα δεν βλέπαμε γύρω μας

Με τον Θανάση Βαλτινό αποχαιρετήσαμε έναν σκαπανέα των λέξεων, έναν διανοητή που έπλαθε με την πένα του έναν κόσμο τόσο ζωντανό και αληθινό, που δεν χρειαζόταν φιοριτούρες και υπερβολές για να σου κολλήσει στα μάτια και την ψυχή. Δεν θα ξαναδιαβάσουμε τον ίδιο τρόπο που σκιαγραφούσε την ελληνική επαρχία, τη γη που γνώρισε από την παιδική του ηλικία. Στα γραπτά του περνούσε η αγωνία και το τραύμα του τόπου του – μια Ελλάδα σκληρή, άκαμπτη και βαθιά τραυματισμένη, με ιστορίες που για χρόνια αρνιόταν να κοιτάξει κατάματα. Ήταν ο άνθρωπος που άνοιξε την πόρτα σ’ αυτή την πραγματικότητα για όλους μας, με μια ειλικρίνεια σχεδόν εξοντωτική.

Στην «Κάθοδο των Εννιά» βλέπουμε τους αντάρτες που περπατούν προς την εξόντωσή τους, όχι απλά σαν ήρωες, αλλά σαν ανθρώπους γεμάτους φόβο, αδυναμία, παράνοια. Ο Βαλτινός, αντί να προσδώσει δόξα, τους χαρίζει την αλήθεια της ύπαρξής τους: τη φρίκη, τη σύγχυση, την απογύμνωση. Ο ίδιος ήξερε πως η ουσία της ιστορίας δεν κρύβεται σε εξιδανικευμένα πρόσωπα, αλλά στην αλήθεια που καίει από μέσα, στην πικρή αναγνώριση πως καμιά πλευρά δεν είναι εντελώς αθώα.

Στο έργο του «Ορθοκωστά» – που προκάλεσε τότε αμέτρητες αντιδράσεις – δεν δίστασε να αναδείξει τα σπαράγματα της ελληνικής μνήμης από τον εμφύλιο. Ο Βαλτινός τολμούσε εκεί που άλλοι έμεναν αμήχανοι ή φοβισμένοι. Ήξερε ότι για να θεραπευτεί η πληγή, πρέπει να αποκαλυφθεί, όχι να κρυφτεί κάτω από την ευκολία των «καθαρών» αφηγήσεων. Στην «Ορθοκωστά», που αποτελεί πιθανότατα την κορύφωση του λογοτεχνικού του θάρρους, άγγιξε το ακατανόητο: πως μια ολόκληρη χώρα μπολιάστηκε με τον τρόμο του αδελφοκτόνου πολέμου. Εκεί, μέσα στις σελίδες του, κάθε λέξη ήταν φλέβα που αιμορραγούσε αλήθεια.

Θανασης Βαλτινός  The Books' Journal
από τον Αλέκο Παπαδάτο
O Θανασης Βαλτινός από τον Αλέκο Παπαδάτο (The Books’ Journal)

Η απώλεια του Βαλτινού σημαίνει πως η λογοτεχνία μας μένει πια λίγο πιο φτωχή, λίγο πιο μοναχική, χωρίς την ωμή του ματιά, χωρίς τις σελίδες του που μας γκρέμιζαν και μας ξανάχτιζαν ταυτόχρονα. Ήταν ένας μάστορας που χτίζοντας ιστορίες, έθετε ερωτήματα και ξεσκέπαζε τραύματα που οι περισσότεροι θα προτιμούσαν να παραμείνουν στο σκοτάδι. Κάθε του βιβλίο ήταν μια κατάδυση στην αλήθεια της ανθρώπινης τραγωδίας – και είναι τραγικό που σήμερα είμαστε μόνοι απέναντι σε αυτή την αλήθεια. Δεν θα υπάρξει άλλος σαν κι αυτόν να μας θυμίζει το βάθος και το σκοτάδι που όλοι μας, ως έθνος, κουβαλάμε.

Ο Θανάσης Βαλτινός έκανε κάτι περισσότερο από το να γράψει βιβλία. Έκτισε έναν καθρέφτη, έστησε μπροστά μας την Ελλάδα όπως είναι: γεμάτη δεινά, ιστορικά αδιέξοδα και άγραφους λογαριασμούς. Αποχωρεί αφήνοντας πίσω του λέξεις που μοιάζουν με πληγές ανοιχτές, σελίδες που αντέχουν να μας προκαλούν και να μας γυρίζουν πίσω σε εκείνα τα κομμάτια της ιστορίας μας που είμαστε ακόμα πολύ δειλοί για να παραδεχτούμε πως μας καθορίζουν. Δεν υπάρχει χειρότερο από το να χάνεται μια τέτοια φωνή, να απομένουμε χωρίς το θάρρος και την τόλμη του, να ξέρουμε πως αυτή η αληθινή απλότητα, αυτή η λογοτεχνία που έβαζε φωτιά στα αυτιά και τις καρδιές μας, δεν θα ξανακουστεί με τον ίδιο τρόπο.