Δεν θυμάμαι από πότε είχα να νιώσω το συναίσθημα της προσμονής για μια σειρά. Που να με βρίσκει μπροστά από μια οθόνη για να παρακολουθήσω ένα νέο επεισόδιο, ειδικά για ελληνική σειρά. Αυτή είναι μια εποχή που έχει τελειώσει προ πολλού, αφού θυμίζει στιγμές από τότε που ήμουν μικρή και στηνόμασταν οικογενειακώς για να δούμε ελληνικές δραματικές και κωμικές σειρές. Μετά έμαθα το ίντερνετ και αυτή η ιεροτελεστία έλαβε τέλος. Μην τα πολυλογώ, οι «17 Κλωστές» πέτυχαν αυτό το συναίσθημα. Βλέποντας το προτελευταίο επεισόδιο, χθες, στην COSMOTE TV, έπιασα τον εαυτό μου στο τέλος να κάνει την εξής σκέψη: Ποιος περιμένει μέχρι τη Δευτέρα για το φινάλε;
Οι «17 Κλωστές» σε σενάριο της Μιρέλλας Παπαοικονόμου και σκηνοθεσία του Σωτήρη Τσαφούλια είναι μια υπέροχη σειρά. Και είμαι απολύτως σίγουρη ότι αν προβληθεί κάποια στιγμή στην τηλεόραση, θα κάνει επιτυχία σε νούμερα. Ναι, είναι τόσο καλή. Είναι ο Πάνος Βλάχος που δίνει εαυτόν, για την ακρίβεια όλο το καστ, είναι όμως και η υπόθεση της σειράς που έχει ενδιαφέρον. Κάθε true crime σειρά προσελκύει το κοινό, έχουμε πήξει σε αυτό το είδος στις streaming πλατφόρμες άλλωστε, οπότε όταν πρόκειται και για ένα έγκλημα που συγκλόνισε την Ελλάδα κάποτε, κεντρίζει ακόμα περισσότερο την περιέργεια.
Δε νομίζω ότι υπάρχει άνθρωπος εκεί έξω που παρακολουθεί τη σειρά και δεν έχει την ίδια άποψη. Πλέον βρισκόμαστε σε αναμονή για το έκτο και τελευταίο επεισόδιο, που είναι και η κορύφωση των όσων διαδραματίστηκαν στα Κύθηρα το 1909. Έρχεται αυτή η στιγμή που ο Αντώνης Καστελλάνης καλεί χτυπώντας τις καμπάνες εκκλησίας -εκεί όπου θα τελούνταν μια βάφτιση- τον κόσμο να προσέλθει και έναν έναν τους δολοφονεί. Ο φιλήσυχος τσαγκάρης, το καμάρι της οικογένειας, μένει έτσι γνωστός ως «Καπετάν 16», ένα παρατσούκλι που του δόθηκε στις φυλακές του Ναυπλίου.
Οι «17 Κλωστές» έχουν συγκίνηση, αλλά έχουν και εξαιρετικά σκηνικά. Δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι αρνητικό σε αυτή τη σειρά. Τουλάχιστον μέχρι τα πέντε επεισόδια που έχουν προβληθεί. Όσον αφορά τη σκηνοθεσία, ο Σωτήρης Τσαφούλιας έχει αποτυπώσει υπέροχα την βαθιά πατριαρχική κοινωνία, την ξεχασμένη (;) επαρχιώτικη Ελλάδα και τον δυσβάσταχτο πόνο, που όπως είχα αναφέρει, κάνουν αυτή τη σειρά κάτι παραπάνω από μια σειρά εποχής.
Θα εφοδιαστούμε με υπομονή μέχρι τη Δευτέρα λοιπόν.