Γκιντίκι σημαίνει ρωγμή, αν και αυτή είναι μία από τις πολλές σημασίες που έχουν δοθεί στη λέξη. Η μπάντα που πήρε αυτή την ονομασία από ένα μικρό βουνό στο νομό Λάρισας, δίπλα ακριβώς από το όρος Όσσα (Κίσσαβος), συστήθηκε το 2014, στη Θεσσαλονίκη, ωστόσο η μουσική της γρήγορα ταξίδεψε σε πολλά μέρη της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης. Οι Γκιντίκι ξεκίνησαν από καφενεία και κουτούκια, παίζοντας παραδοσιακή μουσική με πιο σύγχρονη αισθητική. Με γκάιντα, βιολί λαούτο, κλαρίνο και κρουστά, η μπάντα ξέρει πλέον τη συνταγή για ωραία γλέντια. Από αυτά που σε κάνουν να χορεύεις και να τραγουδάς δίχως αύριο.
Και ένα τέτοιο γλέντι ετοιμάζουν οι Γκιντίκι στις 9 Ιουλίου, στη Τεχνόπολη, για τα 10 χρόνια τους στη μουσική. Με αφορμή τη συναυλία τους, (για να προμηθευτείς εισιτήρια μπες εδώ), μιλήσαμε μαζί τους για την παράδοση, που τα τελευταία χρόνια έχει κερδίσει όλο και περισσότερους νέους.
Αρχικά σε τι φάση σας πετυχαίνω τώρα;
Μας πετυχαίνετε σε μια χρονική στιγμή, όπου ήδη έχουμε ξεκινήσει την καλοκαιρινή µας περιοδεία στην Ελλάδα, μετά από μια πολύ όμορφη βόλτα στην Ευρώπη. Επίσης, είμαστε πολύ χαρούμενοι για την κυκλοφορία του νέου µας δίσκου, και δεύτερου στη σειρά, με τον τίτλο “Πέρασμα”.
Στις 9 Ιουλίου θα σας απολαύσουμε στην Τεχνόπολη. Τι να περιμένουμε από τη συναυλία; Θα είναι ένα μεγάλο γλέντι;
Σε αυτή τη συναυλία γιορτάζουμε την 10ετή παρουσία µας στα μουσικά πράγματα, συμπράττοντας με ξεχωριστούς προσκεκλημένους φίλους. Είναι μια ιδιαίτερη μέρα για µας και σας περιμένουμε να στήσουμε ένα μεγάλο καλοκαιρινό γλέντι στην καρδιά της Αθήνας.
Μαζί θα είναι και η Ιουλία Καραπατάκη. Θα έχουμε κι άλλες εκπλήξεις;
Η Ιουλία Καραπατάκη είναι μια εκ των προσκεκλημένων φίλων που θα συμπράξουµε παρέα, καθώς την εκτιμούµε πολύ. Θα υπάρχουν εκπλήξεις και άλλες συμμετοχές στη συναυλία μας που θα ανακοινωθούν συντόμως.
Το ταξίδι των Γκιντίκι πότε ξεκίνησε; Και πώς προέκυψε η παραδοσιακή μουσική; Φαντάζομαι δεν ακούγατε παραδοσιακά πάντα.
Η μπάντα µας ξεκίνησε να παίζει το 2014 στη Θεσσαλονίκη, πραγματοποιώντας πολλές εμφανίσεις και σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, ώσπου το 2019 πήραµε την απόφαση να μετακομίσουμε στην Αθήνα. Ο καθένας από εμάς έχει μια διαφορετική σχέση με την παραδοσιακή μουσική, δεν ακούγαμε – ούτε ακούμε συστηματικά – παραδοσιακά. Απλώς, νιώσαμε όλοι µας κάποια κοινά συναισθήματα ακούγοντας κάποια τραγούδια και μουσικές από αυτό το χώρο και, μετουσιώνοντας τις προσωπικές µας καταβολές από ποικίλα μουσικά είδη, προκύπτει το μουσικό αποτέλεσμα που ακούτε στις συναυλίες και στους δίσκους μας.
Στον δίσκο σας «Ahoy», έχετε παντρέψει την παραδοσιακή μουσική από νησιά, όπως τον Αρτεμόνα της Σίφνου, και από Θράκη, όπως το Μαργούδι, με μοντέρνα στοιχεία. Η Θράκη γιατί παίζει τόσο πολύ γενικά; Είναι εύκολοι οι ήχοι της για πάντρεμα;
Στον πρώτο μας δίσκο “Ahoy” θέλαμε να αποτυπώσουμε κάποια τραγούδια που αγαπάμε βάζοντας το προσωπικό μας ύφος µέσα σε αυτά. Η επιλογή των τραγουδιών δεν γίνεται με γνώμονα την περιοχή, αρκεί να μας αρέσουν οι στίχοι, η μελωδία κι ο ρυθμός. Μας αρέσει να τα “πειράζουμε”, να προσθέτουμε μια πιό σύγχρονη αισθητική σε αυτά. Αυτή η μουσική είναι αρκετά εύπλαστη, ώστε να μπορούµε να βάλουμε μέσα τον ήχο, την ερμηνεία και την αισθητική που φανταζόμαστε, και σε αυτό βοηθάει φυσικά το ότι δεν υπάρχει -συνήθως- επώνυμη δημιουργία. Μιας και αναφέρατε τη Θράκη, ένας από τους αγαπημένους μας ρυθµούς είναι ο Μαντηλάτος.
Οι Γκιντίκι ξεκίνησαν από καφενεία και κουτούκια. Παρεΐστικη φάση, δηλαδή. Οι συναυλίες σε τι διαφέρουν;
Αυτό κάνουμε και σήμερα, δηλαδή παίζουμε και σε καφενεία και σε συναυλίες. Οι πρώτοι χώροι έχουν μια ζεστασιά και μια αμεσότητα με τον κόσμο, οι συναυλίες από την άλλη σου δίνουν τη δυνατότητα να απευθυνθείς σε περισσότερο κόσμο, κυριαρχεί ίσως το στοιχείο της μέθεξης και του πανηγυριού, καθώς ο κόσμος έρχεται κοντά ο ένας µε τον άλλο στήνοντας μεγάλους κυκλωτικούς χορούς.
Σαν άνθρωπος που ακούω από μικρή παραδοσιακά και τα χορεύω κιόλας, δεν κατάλαβα ποτέ πώς προέκυψε το ενδιαφέρον από τον κόσμο. Πώς έγινε αυτό το μπαµ, ξαφνικά; Είναι πιστεύετε μόδα που θα περάσει; Ή θα εξελιχθεί ακόμα περισσότερο;
Δεν πιστεύουμε ότι έγινε το μπαμ στα ξαφνικά. Είναι μια διαδικασία που χτίστηκε με τα χρόνια από τους μουσικούς που παίζουν αυτή τη μουσική αλλά και από το κοινό που την προσλαμβάνει. Μπορούμε να πούμε ότι η παραδοσιακή μουσική έχει ευδοκιμήσει πλέον, ως μια νέα μορφή έκφρασης, και στα αστικά περιβάλλοντα, πέρα από τη βουκολικότητα που τη χαρακτηρίζει, και συνάμα έχει προσεγγίσει το νεανικό κοινό, κάτι που παλιότερα δεν συνέβαινε. Τώρα, το αν είναι μόδα, θα φανεί. Το σίγουρο είναι ότι υπάρχουν γερές βάσεις ώστε να υπάρξει μια συνέχεια μέσα στα χρόνια που έρχονται.
Για εσάς, τι είναι παράδοση;
Η παράδοση είναι κάτι ζωντανό, εύπλαστο, που εξελίσσεται στο χωροχρόνο σε συνδυασμό με τις συνθήκες που επικρατούν στην κοινωνία. Η θεματολογία της είναι τέτοια, όπως ο έρωτας, η αγάπη, ο θάνατος, η ξενιτειά, ο αποχωρισμός, που αφορούν τον κόσμο σε ένα πανανθρώπινο επίπεδο. Η ανωνυμία της δημιουργίας που την διακατέχει την κάνει κοινό κτήμα όλων των ανθρώπων. Αν αντιμετωπιστεί με μουσειακό τρόπο χάνει τον χαρακτήρα και το νόημά της.
Αν σας έλεγα να µου προτείνετε ένα γλέντι (πανηγύρι), ποιο θα ήταν αυτό;
Θα σας προτείνουμε να μας έρθετε στη μεγάλη μας συναυλία στην Τεχνόπολη Αθηνών στις 9 Ιουλίου! Μην το χάσετε!
Και τέλος, επειδή το έχω απορία. Τι σημαίνει Γκιντίκι βρε παιδιά;
Το Γκιντίκι είναι το όνοµα ενός μικρού βουνού στο νομό Λάρισας, δίπλα ακριβώς από το όρος Όσσα (Κίσσαβος). Η προέλευση της λέξης , ίσως , ανάγεται στην τουρκική γλώσσα κι έχει ποικίλες σημασίες, μια από αυτές είναι η ρωγµή. Σας συστήνουμε να το επισκεφτείτε!
Οι Γκιντίκι είναι:
Τάσος Κοφοδήμος – Λαούτο, τραγούδι
Κωνσταντίνος Λάζος – Κλαρίνο, γκάιντα, κιθάρα, φωνή
Κωσταντής Παπακωνσταντίνου – Κρουστά
Θοδωρής Σιούτης – Βιολί, φωνή
Αλέξανδρος Καρλής – Κοντραμπάσο