Χρόνια και χρόνια αναμονής, αγωνίας, αβεβαιότητας. Ένα συνεχές πέρα – δώθε σε σχολεία ως αναπληρωτής (αν είσαι τυχερός), μαζεύοντας μόρια, κοιτώντας λίστες, κάνοντας υπολογισμούς και ασκήσεις επί… χάρτη. Και μόλις τελικά φτάσει το χαρτί του διορισμού από το υπουργείο Παιδείας όλα ξάφνου έβγαλαν νόημα, χαλάλι όλες οι θυσίες; Ωραίο θα ‘ταν, αλλά… όχι. Βασικά, το να είσαι νεοδιόριστος εκπαιδευτικός δεν είναι ακριβώς ευλογία.

Νέτα σκέτα, έχει να κάνει με το οικονομικό σκέλος. Ο μισθός είναι… 776 ευρώ (776,69 για την ακρίβεια). Καθαρά. «Αυγαταίνει» λίγο όταν υπολογιστούν τα χρόνια προϋπηρεσίας ως αναπληρωτής και ενδεχόμενος μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών, αλλά και πάλι μην φανταστείς κάνα life changing ποσό. Για να φτάσουν οι καθαρές απολαβές ενός εκπαιδευτικού στο χιλιάρικο θα χρειαστεί να περάσουν αρκετά χρόνια. Θυμίζουμε, αν το έχει ξεχάσει κανείς, πως στο δημόσιο δεν έχει δώρα – επιδόματα αδείας (και ούτε υπάρχει πρόβλεψη να επανέλθουν), άρα μιλάμε για 12 μισθούς και αυτό είναι όλο.

Να τονίσουμε πως μιλάμε για ανθρώπους σπουδαγμένους, καταπώς το λέγανε οι παλιοί, που άνετα μπορεί να είναι ως και 40+ σε ηλικία. Συνέβαινε και παλαιότερα, έγινε ακόμα πιο έντονο καθώς την προηγούμενη 10ετία και λόγω των μνημονίων οι διορισμοί στο δημόσιο είχαν «παγώσει».

Τελικά είναι πολλά τα 776 ευρώ (καθαρά) που παίρνει ένα νεοδιόριστος εκπαιδευτικός;

Νεοδιόριστος εκπαιδευτικός στην επαρχία: Live your myth in Greece

Σκέψου λοιπόν τώρα, για να έχουμε και ένα παράδειγμα να πατήσουμε, να έχεις οικογένεια με μικρά πιθανότατα παιδιά και να καλείσαι ξαφνικά να φύγεις από το σπίτι σου για να πας σε ένα «Χ» μέρος της Ελλάδας με όλα κι όλα λίγο λιγότερα από 800 ευρώ στην τσέπη εισόδημα απο τη δουλειά σου. Να πρέπει να βρεις σπίτι να το ενοικιάσεις, να το επιπλώσεις, να το συντηρήσεις με λογαριασμούς και τα συναφή. Ενώ παράλληλα «τρέχουν» οι υποχρεώσεις στο πρώτο σου σπιτικό, χωρίς επίσης να έχεις την παραμικρή στήριξη από το κράτος, τύπου επίδομα ενοικίου κι ας είναι αυτό (το κράτος δηλαδή) που σε στέλνει μακριά. Σκέψου δε, να πας και σε κάνα μέρος σαν τη Μύκονο και στη Σαντορίνη – άντε να βρεις κάπου εκεί να μείνεις με νορμάλ τιμή. Δεν είναι λίγες οι ιστορίες εκπαιδευτικών (αλλά και γιατρών) που κοιμόντουσαν σε αυτοκίνητα μέχρι να απελευθερωθεί χώρος στέγασης.

Τα σκέφτηκες όλα αυτά; Σε ακούμε τότε νοερά να ρωτάς: Μα γιατί κάποιος ή κάποια να κάνει τόσο υπομονή, να περάσει από τόσο κόπο για έναν τέτοιο πενιχρό μισθό, για μια συνθήκη μιζέριας σαν αυτή που περιγράψαμε παραπάνω; Η πρώτη και κύρια απάντηση είναι η μονιμότητα. Μεγάλο δέλεαρ. Όσο κι αν αλλάξαν οι εποχές, η ελληνική κοινωνία ακόμα κουβαλάει αυτό το «να μπει το παιδί στο δημόσιο να βολευτεί, να ησυχάσει». Έπειτα είναι η διδασκαλία ως λειτούργημα. Συχνά γινόμαστε κυνικοί, αλλά υπάρχουν ακόμα δάσκαλοι και καθηγητές που δεν παραδίδονται στον αρνητισμό. Θέλουν να προσφέρουν, θέλουν να προσπαθήσουν. Κόντρα στη συνεχή αμφισβήτηση, κόντρα σε μια συχνή απαξίωση από ξερόλες, γονείς και όχι μόνο.

Κι εδώ ακριβώς είναι ίσως το πιο κρίσιμο σημείο. Αυτούς τους ανθρώπους που διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό τα παιδιά, θέλουμε να τους έχουμε χαρούμενους ή όχι; Κατανοούμε άραγε πόσο σημαντικό είναι να έχουν τα εφόδια και τη στήριξη για να κάνουν σωστά τη δουλειά τους; Γιατί για να είναι κάποιος «ΟΚ» επαγγελματικά πρέπει να αισθάνεται και ότι τον σέβονται και αμείβεται σωστά, σε αυτό μάλλον συμφωνούμε όλοι.

Τι λένε οι «είναι δυνατόν να γκρινιάζουν οι εκπαιδευτικοί ρε φίλε;»

Ο αντίλογος σε όλο αυτό είναι πως οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουν εξ αρχής ποιος θα είναι ο μισθός τους σε περίπτωση που διοριστούν (άρα τι γκρινιάζουν;) και ότι μιλάμε για μια χώρα που πτώχευσε πριν από λίγα χρόνια («πόσο παραπάνω να δώσει το κράτος ρε φίλε;»). Πως επίσης (οι εκπαιδευτικοί) κάθονται 2 μήνες το καλοκαίρι, από 2 βδομάδες Χριστούγεννα – Πάσχα, όλες τις αργίες και δουλεύουν λίγο περισσότερες από 20 ώρες την εβδομάδα (δεν είναι βέβαια ακριβώς έτσι, αν υπολογίσουμε και τις διορθώσεις, την προετοιμασία, τις έκτακτες υποχρεώσεις). Και ακόμα, πως σχεδόν όλοι έχουν το παράθυρο των ιδιαίτερων μαθημάτων για να γεμίζουν τις τσέπες τους με μαύρο, αφορολόγητο χρήμα. Και στάνταρ μισθός δηλαδή βρέξει – χιονίσει, και εξτραδάκια, αυτοί – λένε οι επικριτές τους-  είναι «βασιλιάδες» και τολμάνε να μιλάνε κι από πάνω;

Έλα όμως που αν αρχίσουμε να σκεφτόμαστε έτσι, το παιχνίδι έχει χαθεί. Έχουμε αποδεχτεί εδώ και χρόνια ως φυσιολογική την κατάσταση με τα φροντιστήρια, το δημόσιο σχολείο ολοένα και υποβαθμίζεται. Αν αποδεχτούμε και ως φυσιολογικό ή έστω σε φάση «τι να κάνουμε, έτσι είναι» και έναν μισθό της τάξης των 776 ευρώ θα κάνουμε ακόμα ένα άλμα λογικής, θα παγιωθεί περισσότερο αυτό το τοξικό – διχαστικό κλίμα στην κοινωνία που υπάρχει εδώ και χρόνια, ειδικά όταν η συζήτηση πάει στις διαφορές δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.

Δεν θέλουμε καλοπληρωμένους εκπαιδευτικούς για να κάθονται. Θα έπρεπε να θέλουμε καλοπληρωμένους εκπαιδευτικούς για να έχουμε απαιτήσεις για ένα καλύτερο σχολείο. Τόσο απλά τόσο σύνθετα.