«Της πατρίδας μου η σημαία έχει χρώμα γαλανό και στη μέση χαραγμένο έναν κάτασπρο σταυρό». Έτσι δεν λέει το ποιηματάκι που μαθαίνουν τα παιδάκια στο σχολείο; Αυτό που δεν τους λέμε, το μαθαίνουν αργότερα the hard way, είναι πως σε αυτή τη χώρα τον κουβαλάμε συχνά το σταυρό μας ως πολίτες, ενίοτε είναι και μαζοχιστικά ορμώμενο. Η όλη ιστορία με την επιλογή των δύο σημαιοφόρων για την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων λειτούργησε σαν ηχηρή υπενθύμιση του τι μέρους του λόγου είμαστε…
Προφανώς και ο καθένας μπορεί να έχει ό,τι άποψη θέλει για το ζήτημα. Αντικειμενικά κριτήρια δεν υπάρχουν άλλωστε. Είναι πιο ισχυρό στο τελικό ζύγι ένα ολυμπιακό μετάλλιο; Είναι μια πρότερη συμμετοχή στους Αγώνες; Είναι η αναγνωρισιμότητα ενός αθλητή; Είναι τι θέλουμε να προβάλλουμε ως χώρα, συμβολικά και πρακτικά; Είναι κάτι που προκύπτει εξ ανάγκης επειδή οι αρχικές μας επιλογές δεν ήταν διαθέσιμες;
Στο Παρίσι, στην τελετή έναρξης, θα έχουμε μπροστάρηδες ως ελληνική αποστολή τον Γιάννη Αντετοκούνμπο και την Αντιγόνη Ντρισμπιώτη. Μια χαρά. Πανάξιοι και ο μπασκετμπολίστας των Μιλγουόκι Μπακς, και η πρωταθλήτρια του βάδην. Θα λέγαμε ακριβώς το ίδιο κι άλλος να ήταν στη θέση τους. Καθώς ξέχωρα από τις προτιμήσεις το σημαντικό είναι το μήνυμα. Οι Αγώνες αρχίζουν, αυτό (πρέπει να) είναι γιορτή, και όλοι χαρούμενοι ετοιμάζονται να εκπροσωπήσουν τη χώρα τους, τον εαυτό τους, τους δικούς τους ανθρώπους, το πνεύμα του αθλητισμού στη βαθύτερη ουσία του.
Πέσανε πολλοί να φάνε τη Μαρία Σάκκαρη μπρος στο ενδεχόμενο να είναι αυτή που θα κρατούσε τη σημαία όχι επειδή όντως δεν τους κάνει ως αθλήτρια αλλά επειδή έχει τη σχέση που έχει με το περιβάλλον του Κυριάκου Μητσοτάκη. Πόσο άδικο και φτηνό ήταν αυτό; Πόσο κρίμα να μπαίνουν μπροστά μικροπολιτικά παιχνίδια για να μειώσουν έναν άνθρωπο που έχει «ματώσει» για να φτάσει ψηλά σε ένα τόσο δύσκολο άθλημα;
Δεν θέλουμε να πιστέψουμε πως το όνομά της Ελληνίδας τενίστριας διέρρευσε επίτηδες από την ΕΟΕ για να μετρήσουν αντιδράσεις. Ή για να κάνουν μετά τη ρελάνς και να μπορούν έτσι να πουλήσουν επικοινωνιακά ένα προφίλ «αδέκαστου οργανισμού που δεν επηρεάζεται από τίποτα και από κανέναν».
Αυτό που μένει είναι η πίκρα για το αλληλοφάγωμα, οι βαριές κουβέντες που ακούστηκαν από τη μία και από την άλλη πλευρά. Της πατρίδας μου η σημαία έχει χρώμα γαλανό, ναι, αλλά συχνά παίρνει μια μαύρη απόχρωση από το δηλητήριο που ποτίζει τις ψυχές πολλών εκεί έξω.
Ξαναλέμε. Προφανώς και ο καθείς δικαιούται να έχει την άποψή του. Αλλά το πώς το εκφράζει, το πόσο δίκαιη είναι η προσέγγιση, αυτό κάνει όλη τη διαφορά στο φινάλε. Και μετατρέπει κάτι στείρο σε γόνιμο ή τούμπαλιν.
Αναλυτικά, η ενημέρωση της ΕΟΕ για το θέμα με τη σημαία αναφέρει τα εξής:
«H Ολομέλεια της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής αποφάσισε ότι Σημαιοφόροι για την Ελλάδα στην Τελετή Εναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων Παρίσι 2024, θα είναι ο Γιάννης Αντετοκούνμπο και η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη.
H απόφαση για τον Αντετοκούνμπο ήταν ομόφωνη ενώ η πρωταθλήτρια του βάδην επελέγη μετά από ψηφοφορία μεταξύ τεσσάρων αθλητριών, των Μαρία Σάκκαρη, Αντιγόνη Ντρισμπιώτη, Ευαγγελία Πλατανιώτη και Μαργαρίτα Πλευρίτου.
Η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή, ακολουθώντας την εθιμοτυπική διαδικασία για την επιλογή του Σημαιοφόρου ήρθε πριν από τη συνεδρίαση, σε επαφή με μεταλλιούχους Ολυμπιονίκες. Ωστόσο τόσο ο Μίλτος Τεντόγλου όσο και η Κατερίνα Στεφανίδη ζήτησαν να μην είναι Σημαιοφόροι για να μην αλλάξουν το πρόγραμμα της προετοιμασίας ενόψει της συμμετοχής στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Eπίσης λήφθηκε υπόψη και το πρόγραμμα των αθλητών και των αθλητριών που αγωνίζονται την επόμενη ημέρα, προκειμένου να μην ταλαιπωρηθούν πριν από τους αγώνες τους».