Τι περιμένουμε από την Παιδεία; Να ακολουθήσει την εποχή που διανύουμε και στην οποία είναι υπόλογη, να μην είναι εμμονική με την επιφανειακό πασάλειμμα της γνώσης, να μην συμβιβάζεται με την κενή ουσίας παπαγαλία (κυριολεκτικά, είχα συμμαθήτρια στο Λύκειο που ήξερε σελίδες ολόκληρες απ’έξω, μέχρι τελείας, αλλά δεν μπορούσε να αντιληφθεί σε ποια ερώτηση αντιστοιχεί η κάθε ενότητα. Κοινώς, δεν ήξερε πού να σταματήσει), να μαθαίνει στους μελλοντικούς ενήλικες πώς να είναι άνθρωποι. Αυτό, σε πενηνταράκια, σημαίνει αυτοαποδοχή, για να έρθει και η αποδοχή των άλλων, η ελευθερία, η διεκδίκηση και ο σεβασμός της, η κριτική σκέψη και όλα όσα έχουμε βαρεθεί να ακούμε πως η Παιδεία χαρίζει στους μαθητές, αλλά δεν εξαργυρώνονται στην πράξη.
Σε αυτό το στοίχημα, δεν παίζει ρόλο μόνο το Πρόγραμμα, το πλάνο της Παιδείας που έρχεται από κάθε υπουργείο, αλλά και το ανθρώπινο δυναμικό που στελεχώνει αυτόν τον θεσμό. Τους καθηγητές, που πολλοί από αυτούς δεν λένε να καταλάβουν πως διαμορφώνουν ανθρώπους. Μετά από τους γονείς, τη σκυτάλη της δημιουργικότερης διαδικασίας, αυτή του να βλέπεις συνειδήσεις εν τη γενέσει, την παίρνουν δάσκαλοι και καθηγητές. Βέβαια, με υπουργεία που προάγουν σκοταδισμό και καθηγητές που εκφράζουν κατινίστικο σχολιασμό γειτονιάς από τα έδρανα, δεν φαίνεται να έχουμε την τύχη με το μέρος μας.
Στο Μουσικό Γυμνάσιο, στο Ίλιον, εντοπίσαμε μια περίπτωση καθηγητή που δεν αντιλαμβάνεται την αποστολή αυτή. Πρόσβαλε μπροστά σε ολόκληρη τάξη μαθητή που φορούσε φούστα, φτάνοντας στο σημείο να τον αποκαλέσει «ντροπή της κοινωνίας», προτού, φυσικά, τον στείλει στο γραφείο του διευθυντή. Αυτές οι μπανάλ «σωφρονιστικές» οδηγίες του σχολείου, σαν θεσμό, που δεν λένε να τελειώνουν, μιας και είναι ανούσιες και δεν έχουν ποτέ καταφέρει τίποτα.
Ντροπή της κοινωνίας, λοιπόν, ένα παιδί, ένας μαθητής. Και αφορμή συνειδητοποίησης αυτής της «ντροπής» ένα κομμάτι ύφασμα, μια φούστα. Στο 2022 που η αλήθεια φτάνει να ακουστεί και να γίνει συνείδηση: τα ρούχα δεν έχουν φύλο. Στο εργοστάσιο παραγωγής ανθρώπων όχι απλώς έχουν φύλο, αλλά τα υφάσματα αποτελούν και κριτήριο αξιολόγησης. Ντροπή της κοινωνίας. Ποιας κοινωνία; Αυτής που σκοτώνει γιατί κάποιος έδωσε ως απάντηση σε έναν τραμπούκο τη λάθος ομάδα. Την κοινωνία που έπλασε τον τραμπούκο αυτό, κάνοντάς τον να νομίζει πως το να σκοτώνεις για το ποδόσφαιρο επιτρέπεται. Της κοινωνίας που μόλις είδε τη έπλασε, τον ονόμασε «Αλβανό, 23χρονο δράστη» και ξεμπέρδεψε. Της κοινωνίας που στο σχολείο δεν μαθαίνει τι είναι το σεξ, τι είναι η συναίνεση, την αστερόσκονη από την οποία αποτελείται το ανθρώπινο σώμα και που όταν ένα νεαρό πλάσμα έχει κάνει το επιπλέον βήμα να καταλάβει μόνο του, αν το σώμα του τού ανήκει, το ονομάζει «ντροπή», γιατί επέλεξε να το ντύσει με φούστα. Όχι, δεν θα μιλήσουμε για τρανσοφοβία. Δεν χωράει ανάλυση στο πόσο λάθος έχει διαβάσει κάποιος τον ρόλο του σε έναν θεσμό. Δεν θα φτάσουμε καν εκεί.
Το πρόβλημα με τον καθηγητή αυτόν είναι ότι επέλεξε να γίνει φερέφωνο της κοινής γνώμης, αντί να αφήσει την τάξη του να την περάσει στη ζώνη του χθες και του ποτέ ξανά. Η κοινή γνώμη, μέσα από τη φωνή ενός παιδαγωγού βρήκε τη ντροπή της στο σώμα ενός παιδιού, ενός μαθητή γυμνασίου. Ποια κοινή γνώμη; Αυτή με την οποία η Μαλβίνα Κάραλη «συνομιλούσε» κάπως έτσι: Εξάγνισε τον πόθο σου με ευχέλαιο. Με κατάρες για αυτούς που δεν σου επιτρέπουν να θέλεις και να τολμάς. Εσύ που κρυφοπηδάς τη γυναίκα του φίλου σου. Που κληρονομείς ασμένως τον πατέρα που μίσησες. Που μακελεύεις το παιδί σου με όνειρα διευθυντή. Τη γυναίκα σου, με όλα τα ισοδύναμα της τρομοκρατίας. Πάρε τους βιβλικούς αφορισμούς σου και δρόμο. Εδώ δεν έχεις θέση. Όχι τρομοκρατίες εδώ. Εδώ υπάρχουν άνθρωποι, με πολλή αγάπη μέσα τους. Που δεν μακελεύουν για να γεμίσουν το κενό της ανούσιας ζωής τους».
Αν το η αυτοδιάθεση, οι από νωρίς συνειδητοποιήσεις, η τόλμη να εμφανιζόμαστε όπως θέλουμε κόντρα σε κάθε νόρμα που έχει σαπίσει αυτήν εδώ την κοινωνία, μακάρι! Μακάρι να γίνουμε όλοι οι ντροπές της! Ντροπές χωρίς απωθημένα, καταπιέσεις, με σεβασμό στην ελευθερία και αδιαφορία για οτιδήποτε άυλο και υποκριτικό, όπως τα υφάσματα καλή ώρα.
Ευτυχώς, όσα λέμε εμείς και δέκα, τα παιδιά τα έχουν ήδη αρθρώσει παρά δέκα. Οι συμμαθητές του παιδιού που δέχτηκε δημόσια προσβολή, πηγαίνουν κάθε μέρα στο σχολείο με φούστες. Να έρχεται η «ντροπή» να ξεφτιλίζει την κοινωνική υποκρισία με στυλ.