Καλοκαίρια παιδικών χρόνων σε κλικς: εγώ στο πίσω κάθισμα αγκαλιά με μια απλώστρα, η αδερφή μου πάνω σε μια βαλίτσα, η οποία δεν χωρούσε στο πορτ μπαγκάζ. Έξαλλος πατέρας για την αργοπορημένη εκκίνηση από το σπίτι και τον κίνδυνο να χάσουμε το πλοίο. Όπου πλοίο, σκέψου το “Θεόφιλος”. Στο πινακάκι πάνω από το γκαράζ του πλοίου δυο νησιά εναλλάσσονται: Χίος – Μυτιλήνη. Όπου πλοίο, το Θεόφιλος. Το πλοίο γεμάτο, συζητήσεις στη ρεσεψιόν για καμπίνα. Τα πρώτα καλοκαίρια ίσα που έφτανε το κεφάλι μου ίσα με τον πάγκο της ρεσεψιόν. Παίζει η ρεσεψιόν του Θεόφιλος να ήταν το μέτρο μου για να καταλαβαίνω ότι ψήλωσα ότι μεγάλωσα.
Να προλάβουμε να φάμε. «Μη φτάσουμε πεινασμένοι στη Χίο. Μετά έχουμε να περιμένουμε και το καραβάκι για Οινούσσες. Θα καταρρεύσουμε». Μακαρόνια με σάλτσα ή μακαρόνια με κιμά; Μετά βόλτα στο πλοίο. Άνθρωποι με vibe διακοπών, αλλά και με μια αίσθηση μποεμιάς. Βλέπεις, ο Θεόφιλος δεν συνέδεε τον Πειραιά με τις τουριστικές Κυκλάδες, ούτε την Κρήτη, το πλοίο αυτό δεν σε έστελνε σε προορισμούς του πενταημέρου. Στο Θεόφιλος τις περισσότερες φορές συναντούσες ανθρώπους που στις αποσκευές και στα πορτ μπαγκάζ τους κουβαλούσαν τρεις ολόκληρους μήνες. Ανθρώπους που μοίραζαν ζωή, 365 μέρες ανάμεσα σε ηπειρωτική Ελλάδα και Βορειοανατολικό Αιγαίο. Κάθε χρόνο. Για αυτούς -και για εμάς- η Χίος ή η Μυτιλήνη ήταν δεύτερο σπίτι και το Θεόφιλος το πλοίο που μας ένωνε με αυτό. Όπως καταλαβαίνεις, το Θεόφιλος, ήταν ο συνδετικός κρίκος, το καλοκαίρι το ίδιο, κάτι παραπάνω από ένα απλό πλοίο.
Το Θεόφιλος δεν ήταν ένα πλοίο, ήταν το πλοίο. Σε αυτόν μάθαμε με τα χίλια ζόρια να διαχωρίζουμε την πλώρη από την πρύμνη. Στο χειμερινό daydreaming των καλοκαιρινών διακοπών, το Θεόφιλος πρωταγωνιστούσε. Το αχανές γκαράζ του, οι εργαζόμενοί του με τις φωνές για σωστές οπισθογωνίες, τα λευκά σεντόνια στις καμπίνες του, το εστιατόριό του, η γνώση πως όπως και να είχε, όσα μποφόρ και αν το ανάγκαζαν να χορεύει στο Αιγαίο, θα σε έφτανε στον προορισμό σου. Ακόμα και όταν άρχισε να γερνάει πολύ (θυμάται άραγε κανείς «νέο» τον Θεόφιλο;) δεν σε άγχωνε. Και ας άρχισε να γίνεται η είδηση της πρόσκρουσής του σε λιμάνια πιο συχνή από το λογικό.
Τώρα το Θεόφιλος, που μετά τη ΝΕΛ άλλαξε χέρια, έζησε προσκρούσεις, έγινε αντικείμενο αστεϊσμών ακόμα και σε λιμάνια που το ερωτεύτηκαν διάολε, πάει για στα διαλυτήρια του Αλή Αγά στην Τουρκία. Δεν πάει το Θεόφιλος στα διαλυτήρια, παιδιά, η αρχή των περισσότερων καλοκαιριών μας πάει στα διαλυτήρια. Δεν μας κάθεται καλά αυτή η είδηση. Και το τραγικό είναι πως τις φορές που δε βρίσκαμε εισιτήρια στο Θεόφιλος, καταφεύγαμε στο “Μυτιλήνη”. Και μαντέψτε: στα διαλυτήρια θα βρεθεί και αυτό.
Τις σας έχουν κάνει οι καλοκαιρινές μας αναμνήσεις και τις βανδαλίζετε έτσι;