Χθες το απόγευμα, στην πλατεία Βικτωρίας δεν έβρεχε, παρόλα αυτά σαν σαλιγκάρια σύρθηκαν ελάχιστοι “αγανακτισμένοι κάτοικοι” του Κέντρου, κολυμπώντας στο κολλώδες υγρό τους, σηκώνοντας στην πλάτη τους ένα καβούκι αποπροσανατόλιστου μίσους. Περιτριγυρισμένοι από ΜΑΤατζίδες σήκωσαν πλακάτ και ένα ασυνάρτητο γαλανόλευκο πανό που υπονοεί ότι ο κάθε ξεκληρισμένος που λιώνει καταμεσήμερο στην καρδιά μιας πλατείας, ή μουσκεύει την πλάτη του κάτω από μια χάρτινη κούτα όταν βροντάει, έχει σκοπό να μετατρέψει τη γειτονιά σου σε κάποιο απροσπέλαστο γκέτο.

Από νωρίς, εκατοντάδες αλληλέγγυοι γέμισαν την πλατεία, κύκλωσαν μάνες με μωρά στην αγκαλιά, χτύπησαν φιλικά κουλουριασμένες πλάτες ανδρών που αναρωτιόντουσαν πόσο περισσότερο να φοβηθούν αυτό το καλοκαίρι;

Μια κλούβα προσπαθούσε να βολευτεί στη μέση του δρόμου, ενώ κάμποσα πανό δημιούργησαν σκιά, σε ιδρωμένα και μισοάδεια μπουκάλια νερό. Τα πιτσιρίκια έτρεχαν αλλόκοτα με τις φτέρνες τους να χτυπάνε στην πλάτη τους, τσιρίζοντας ξεκαρδισμένα στα γέλια. Χαρτόνια άνοιξαν, μαρκαδόροι ξεκαπακώθηκαν και εκεί, ανάμεσα στον κίνδυνο και την αστεγία, ζωγραφίστηκαν κατακίτρινοι ήλιοι, λουλούδια εξωτικά και μπαλόνια που δεν σκάνε. Ανάμεσα σε μαυροφορεμένα χαμόγελα και πολύχρωμες μαντήλες, συνειδητοποιήσαμε ότι ο δήμος όντως αφαίρεσε τα παγκάκια της πλατείας, μη τυχόν και ξαποστάσει ο πόνος, μη τυχόν και κλείσει τα μάτια του και ονειρευτεί μια καλύτερη ζωή.

 
 
 
 

 
 
 
 
 
 
 
 
 

| Θέλουμε μετανάστες σε όλες τις γειτονιές, το πρόβλημα είστε εσείς, ξεφτίλες ρατσιστές.

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη xrisa fi (@xrisa_fi) στις

Στηριγμένοι στα δέντρα, καθισμένοι στις καυτές πλάκες, αρθρώθηκαν τα πρώτα συνθήματα. “Ζούμε μαζί, δουλεύουμε μαζί. Ντόπιοι – μετανάστες, τσακίστε τους ναζί”. Οι περίπου 500 αλληλέγγυοι που ανταποκρίθηκαν χθες στο ακροδεξιό κάλεσμα, βάζοντας τα σώματα τους οδόφραγμα απέναντι στον φασισμό, έκλεισαν τον δρόμο ζητώντας από τους καμιά δεκαριά φασίστες να αποχωρήσουν. Σε μια μικρή παύση των συνθημάτων, ακούστηκε ένα ειλικρινές “Είστε ξεφτίλες” και ένα ακόμη πιο γελοίο “Τουλάχιστον όμως είμαστε Έλληνες”.

Τουλάχιστον είμαστε Έλληνες… Ένα εντελώς τυχαίο γεγονός στην αρχή της ζωής ενός ανθρώπου, αποτελεί σημείο ανακούφισης σε μια εντελώς στείρα καθημερινότητα, που δεν βρήκε χώρο να ανθίσει όχι η αγάπη, αλλά μια στάλα συμπόνιας. Αναγνωρισμένοι πρόσφυγες πετιούνται στον δρόμο, αδειάζοντας τα διαμερίσματα και τα δωμάτια τον δομών που τους φιλοξενούσαν, ενώ αφήνονται κυριολεκτικά στο έλεος τους, εκτεθειμένοι σε ακόμη περισσότερους κινδύνους. Τους παρατάνε στις πλατείες σαν σκουπίδια που κατεβάζουμε το βράδυ στον κάδο, έπειτα τους χτυπούν που έμειναν εκεί που τους άφησαν, για να καταλήξουν τελικά σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, μην έχοντας το παραμικρό σχέδιο πρόνοιας. Αυτούς τους ανθρώπους πήγαν να τραμπουκήσουν οι “Τουλάχιστον είμαστε Έλληνες”, σε αυτή τη συνθήκη θέλησαν να επιδείξουν την καταπιεσμένη ψευτομαγκιά τους.

Προφανώς από το φασιστικό παρεάκι δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι φωτεινές προσωπικότητες του πνευματικού και πολιτικού χώρου. Γέμισα τα social media με έκπληκτες λεζάντες, για την παρουσία του ναζιστή Κασιδιάρη και του βουλευτή Μπογδάνου, λες και αποτελεί κάποιου είδους είδηση, η συμπόρευση αυτή. Ελληνικές σημαίες, ανατριχιαστικοί ασπασμοί και χειροφίλημα πάνω στο χυμένο αίμα των αδερφών που χάσαμε από ναζιστικά μαχαίρια.

Φυσικά, η αντιφασιστική συγκέντρωση διαλύθηκε χωρίς καμία αφορμή. Δακρυγόνα και τυφλό ξύλο που καταγράφηκε ξανά σε δεκάδες κάμερες και που φυσικά δεν θα υπάρξει ο παραμικρός καταλογισμός ευθυνών για αυτήν την αστυνομική ασυδοσία. Κόσμος κυνηγήθηκε μέχρι την Πατησίων, φορτώνοντας όπως θα δεις και στο βίντεο, ό,τι είχε ο καθένας εύκαιρο πάνω του.

Το κράτος ετοιμάζεται να ξαναδώσει τον δημόσιο χώρο στην ακροδεξιά μόνο που για ακόμη μια φορά ξεχνάει πως στο παιχνίδι αυτό έχουν αντίπαλο. Κόντρα στην αστυνομοκρατία και την ασυδοσία των ένστολων εκτελεστών, ο κόσμος της ανθρωπιάς, θα παραμείνει στον δρόμο, θα διασώσει κάθε ελπίδα που χαροπαλεύει, θα κανακέψει κάθε κλάμα, θα πει όσα φορές χρειαστεί “Μη φοβάσαι, είμαστε μαζί” μέχρι να σηκωθεί κάθε σκυμμένο κεφάλι.

Μας το χρωστάμε.