Θυμάσαι την εποχή που πήγαινες σχολείο; Σ’ όποια ηλικία και να ‘σαι, δεν κάνει μεγάλη διαφορά – πολλά μπορεί ν’ αλλάξανε, όμως υπάρχει κάτι που μένει ολόιδιο: το σχολείο είναι “δύσκολο”. Πάντα ήταν!
Oι παραπάνω φράσεις λένε την αλήθεια. Κι αυτό τις κάνει αμέσως-αμέσως αποδεκτές. Είναι γελοίο να πέφτει κανείς από τα σύννεφα σήμερα, όταν ακούει για ξυλοδαρμούς κι εκφοβισμό μες στα προαύλια. Αν δηλαδή δεν είναι κι υποκριτικό. Το σχολείο είναι δύσκολο, τα παιδιά είναι κακά, η εφηβεία ανάβει τα αίματα, όλα αυτά τα ξέρουμε. Κι ο πραγματικός κίνδυνος είναι ακριβώς αυτή η τελευταία παραδοχή. Τα ξέρουμε. Τ’ αποδεχόμαστε. Είναι μια παράλογη, παραμορφωτική σχεδόν, νοσταλγία: “Εντάξει, έτσι ήταν τα πράγματα και τότε. Κι εμείς μεγαλώσαμε καλά, τότε. Άρα σιγά τ’ αυγά, σιγά τον πολυέλαιο, και σχόλιο ουδέν”.
Είναι η λογική του έλα μωρέ, που ακριβώς επειδή ζούμε σε μια εποχή γεμάτη υπερβολές, παίρνει την “παράδοση” και την κοτσάρει ως επιχείρημα για να δικαιολογήσει τα πάντα. Έλα μωρέ, “κι εμείς που παίζαμε στη σκουριασμένη τσουλήθρα, τι πάθαμε;”. Έλα μωρέ, “κι εμείς που είχαμε τύπους να κολλάνε πάνω μας στο λεωφορείο, τι πάθαμε;”. Έλα μωρέ, “κι εμείς που μας κορόιδεψαν και που μας ρίξανε πέντε σφαλιάρες στο σχολείο, τι πάθαμε;”. Να τι πάθαμε:
Γεννήσαμε 17 παιδιά που βάλανε κάτω ένα μαθητή και τον σαπίσανε στο ξύλο!
Το έγκλημά του; Υπερασπίστηκε την αδερφή του! Κι αυτό που κάποτε θα στο αναγνώριζε ως κι ο αντίπαλος (γιατί βλέπεις, παρελθόν δεν είναι μόνο το ’80 μου ή το ’60 σου), σήμερα έγινε αφορμή για να δεχτεί ένα παιδί χτυπήματα από τόσα άτομα, όσα τα χρόνια που μετράει πάνω στον κόσμο. Κι αυτά τα άτομα, αυτά τα πιτσιρίκια τα γεννήσαμε. Και φταίμε εμείς που τα γεννήσαμε. Εγώ, εσύ, η μάνα κι ο πατέρας τους, οι δάσκαλοι, οι καθηγητές, το κράτος μας κι ολόκληρος ο κόσμος. Εμείς φταίμε! Όμως αυτό το ‘χουμε ξανασυζητήσει εδώ μέσα, και δεν την ανοίγω πάλι την κουβέντα. Σήμερα εκείνο που με νοιάζει είναι μην τα ξεχάσουμε. Μην το δικιολογήσουμε που τα γεννήσαμε, στη λογική του “έλα μωρέ”. Μην επιτρέψουμε να γεννηθούνε κι άλλα, γιατί τόσο πολύ φοβόμαστε την αλλαγή.
Θα σου κάνω λοιπόν μια μαντεψιά, κι αν διαφωνείς τα σχόλια είναι δω από κάτω. Μα σκέψου το: ο εαυτός σου που έπαιζε στη σκουριασμένη την τσουλήθρα, ο εαυτός σου που του κολλούσανε οι μάγκες στο λεωφορείο, ο εαυτός σου που τον κοροϊδέψαν στο σχολείο, που έφαγε το καψόνι στο στρατό και που δεν μπόρεσε να πει κουβέντα στη σχολή, αυτός ο εαυτός σου…
…θ’ απαντούσε με το ίδιο “έλα μωρέ” αν τον ρωτούσες τότε;
Δεν θ’ απαντούσε. Όμως τα χρόνια πέρασαν, κι όσο βαραίνουνε στην πλάτη ο Μάηδες, φιλτράρουν τ’ άσχημα κι ο,τι απομένει έχει μια γεύση νοσταλγίας κι αθωότητας. Το βήμα προς τα μπρος, σημαίνει πια και βήμα μακριά απ’ το πίσω. Κι εκείνο το πίσω ήταν ο κόσμος σου. Γιατί ν’ αλλάξει; Μπούλινγκ; Ξύλο; Παιδιά είναι, πώς θα τη μάθουν τη ζωή αλλιώς; Είναι ζούγκλα εκεί έξω! Αν το σχολείο δεν είναι κήπος ζωολογικός, θα γίνεις φλώρος κι η ζούγκλα της ζωής θα σε πατήσει.
Τι να σου κάνει ο γονιός, αυτός δουλεύει για να ‘χει το παιδί να φάει. Τι να σου κάνει ο δάσκαλος, είχε στο νου πώς να του μάθει “γλώσσα-γλώσσα, μαθηματικά”, πού ο καιρός για συμπεριφορές κι αγάπες; Τι να σου κάνεις κι ο καθηγητής, δεν είναι για να δίνει συμβουλές στην εφηβεία, έχει άλλη αποστολή: την έκθεση, τη φυσική και τη χημεία. Άμα δεν είσαι τσαμπουκάς, δεν μπλέκεις. Λίγη κοροϊδία, μόνο. Λίγες μπουνιές, λίγες ταμπέλες, αυτά συμβαίνουν. Λοιπόν, συμπάθα με που θα στο πω (ή μάλλον, μη με συμπαθείς, δεν θέλω) μα είσαι…
…εγωιστής, μιλάς εκ του ασφαλούς, δεν το μπορείς να δεις τον κίνδυνο κι άρα είσαι επικίνδυνος κι ο ίδιος!
Αν ήσουνα εσύ που είχες το παιδί να ‘ρχεται σπίτι κάθε μέρα κλαίγοντας, δεν θα ‘λεγες “έλα μωρέ”. Θα ‘λεγες τότε: “Ναι, τον ψυχολόγο στα σχολεία! Ναι, ας χάσει και μια ώρα ο καθηγητής από την ύλη, για να τους κάνει μια κουβέντα, να τους δείξει πώς με τη συζήτηση τα λύνεις όλα. Ναι, ας γίνουν άνθρωποι καλύτερα, παρά να μείνουν άγρια ζώα που ξέρουν την ετεροπροσωπία και το σχήμα horner…”.
Σήμερα δεν τα λες αυτά, λες: “Έξω είναι ζούγκλα”. Μα η ευθύνη μας δεν είναι, τη ζούγκλα αυτή να την αποδεχτούμε. Είναι να την αλλάξουμε. Σκοπός δεν είναι να προσφέρουμε σε τούτα τα παιδιά τα νύχια και τα δόντια που μας δώσανε οι μπαμπάδες μας. Σκοπός είναι να τους προσφέρουμε την ικανότητα, την ψυχραιμία και τη διάθεση, να μη χρειάζονται πια τα νύχια και τα δόντια. Αν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σ’ αυτό, τσάμπα την έχουμε τη γλώσσα. Θα ‘ταν καλύτερα να ‘χαμε ακόμα δόντια δυνατά, νύχια σκληρά, να ‘μασταν ζώα σε μια ζούγκλα αληθινή, αφού δεν είμαστε άξιοι να βγούμε απ’ αυτή στα δύο πόδια μας, με ρούχα, μ’ αυτοκίνητα και με κλειδιά στο χέρι…