Μετά τις εξοργιστικές δηλώσεις του Μητροπολίτη Δωδώνης για το τι είναι βιασμός και συναίνεση και την εκπληκτικά γρήγορη αντίδραση της Ιεράς Συνόδου, επτά γυναίκες καταθέτουν μήνυση στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης. Την είδηση, κόντρα σε ό,τι ίσως περίμενε κανείς, έκανε γνωστή το ekklisiaonline.gr, το οποίο δίνει στη δημοσιότητα επιστολή που απέστειλαν επώνυμα οι γυναίκες αυτές.
Τονίζοντας τη βαρβαρότητα του “να σε κακοποιούν δυο φορές”, αποφάσισαν να προχωρήσουν σε μήνυση για έναν σκληρά ρεαλιστικό λόγο: “Για αυτό σε μηνύουμε, γιατί ξέρουμε ότι οι δικοί σου δεν θα σε τιμωρήσουν”.
Διάβασε ολόκληρη την επιστολή:
“ΕΣΥ μας κακοποιείς ΔΙΠΛΑ
Βάρβαρο να σε κακοποιούν δυο φορές. Είμαστε γυναίκες, μανάδες, κόρες, κάποιες από μας έχουν υποστεί σωματική και λεκτική βία, έχουμε βιώσει τον τρόμο, τον ρατσισμό.
Σήμερα αντικρύσαμε τον ίδιο τρόμο στην τηλεόραση. Στο πρόσωπο ενός μαυροντυμένου άνδρα που παριστάνει τον Ιερέα. Που η Εκκλησία στην οποία τόσο πολύ πιστεύουμε τον ανέχεται να παριστάνει τον Ιερέα.
ΕΣΥ μας κακοποιείς ΔΙΠΛΑ, τα λόγια σου χειρότερα και από τον ίδιο τον βιασμό.
Ο κήρυκας αγάπης γίνεται κήρυκας μίσους προσπαθώντας να κερδίσει λίγη δημοσιότητα.
Γι’ αυτό σε μηνύουμε, γιατί ΞΕΡΟΥΜΕ ότι οι δικοί σου δεν θα σε τιμωρήσουν”.
Μαριάννα Πολιτίδου
Αναστασία Καρακατσάνη
Νίνα Χαιμαντά
Αλεξάνδρα Τσαλίκη
Αναστασία Υφαντή
Παναγιώτα Μπενέκου
Αρίστη Σάρρα
Άρθρο 1
Το άρθρο 1 του ν. 927/1979 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 1 Δημόσια υποκίνηση βίας ή μίσους
1. Όποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή δια του τύπου, μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, υποκινεί, προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή την αναπηρία, κατά τρόπο που εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή ενέχει απειλή για τη ζωή, την ελευθερία ή τη σωματική ακεραιότητα των ως άνω προσώπων, τιμωρείται με φυλάκιση τριών (3) μηνών έως τριών (3) ετών και με χρηματική ποινή πέντε έως είκοσι χιλιάδων (5.000 -20.000) ευρώ».