Πληθαίνουν τα στοιχεία ότι η COVID-19 , η ασθένεια που προκαλείται από τον SARS-CoV-2, δεν επηρεάζει απλώς τους πνεύμονες, αλλά μπορεί επίσης να έχει επιβλαβείς επιπτώσεις στον εγκέφαλο. Πρόσφατα, ένας αριθμός μελετών διαπίστωσε ότι η COVID-19 σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο νευρολογικών και ψυχιατρικών διαταραχών, αν και οι λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η ασθένεια επηρεάζει τον εγκέφαλο παρέμειναν ασαφείς.
Οι ερευνητές παρατήρησαν συρρίκνωση και βλάβη ιστού σε περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονται με τις νοητικές ικανότητες και την όσφρηση αφού ένα άτομο βρέθηκε θετικό. Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature .
Ερευνητές στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης μελέτησαν 785 άτομα ηλικίας μεταξύ 51 και 81 ετών που έλαβαν σαρώσεις εγκεφάλου πριν και κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Περισσότεροι από τους μισούς από τους συμμετέχοντες στη μελέτη βρέθηκαν θετικοί στον COVID-19 μεταξύ των δύο σαρώσεων. Στις σαρώσεις μετά τη μόλυνση εκείνων που βρέθηκαν θετικοί, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι ασθενείς είχαν μεγαλύτερη συρρίκνωση της φαιάς ουσίας – ιδιαίτερα τα μέρη του εγκεφάλου που συνδέονται με την όσφρηση. Παρατήρησαν επίσης σημαντική συρρίκνωση του εγκεφάλου. Συγκεκριμένα, 1,8 τοις εκατό της παραιππόκαμπης έλικας και 0,8% της παρεγκεφαλίδας σε σύγκριση με εκείνους που δεν βρέθηκαν θετικοί. Οι εγκέφαλοι συρρικνώνονται καθώς γερνάμε, αλλά οι άνθρωποι συνήθως χάνουν ένα πολύ μικρό κλάσμα κάθε χρόνο.
Όσοι βρέθηκαν θετικοί στην COVID-19 σημείωσαν επίσης χαμηλότερη βαθμολογία σε τεστ νοητικών δεξιοτήτων από εκείνους που δεν έπαθαν COVID-19. Σημειωτέον, οι επιπτώσεις ήταν πιο σημαντικές σε ηλικιωμένους και σε όσους νοσηλεύτηκαν λόγω της COVID-19. Ωστόσο, τα αποτελέσματα ήταν ακόμα αισθητά σε όσους είχαν μια ήπια ή ασυμπτωματική λοίμωξη.
Στα καλά νέα, η νευροπλαστικότητα επιτρέπει στον εγκέφαλο να αλλάξει και να προσαρμοστεί μετά από τραυματισμό από ασθένεια.