Γράψαμε για τους ανθρώπους που έχουν να αγκαλιάσουν μήνες τους δικούς τους. Μιλήσαμε με τον Βαγγέλη Προβιά για το πένθος, το οποίο ήρθε στις ζωές μας, ακόμα και αν στην Ελλάδα δεν είδαμε -ευτυχώς- σκηνές όπως εκείνες στην Ιταλία. Γράψαμε και για τον αφανή “ήρωα” στη διάρκεια αυτού του έτους.
Ο Γιώργος Αυγερόπουλος κλείνει το αφιέρωμά μας για τον ένα χρόνο από το πρώτο καταγρεγρεμμένο επίσημο κρούσμα COVID-19 στη χώρά μας και συζητούμε μαζί του για την τελευταία του ταινία, τους “Παρόντες”, σε παραγωγή Small Planet και του iMEdD. Οι “Παρόντες” είναι το πρώτο ντοκιμαντέρ που επιχειρεί να καταγράψει και να εξηγήσει το αποτύπωμα της πανδημίας στην ελληνική κοινωνία και από την Παρασκευή 12 Μαρτίου στις 21:00 ξεκινούν οι ελεύθερες προβολές του ντοκιμαντέρ στην πλατφόρμα parontes.imedd.org.
Μπορεί να ακουστεί παράδοξο, αλλά θα ήθελα να ξεκινήσουμε με αυτούς που δεν είδαμε στους «Παρόντες». Δεν είδαμε τον κύριο Τσιόρδα. Γιατί;
Τον προσεγγίσαμε επανειλημμένα, αλλά επέλεξε να μην συμμετάσχει διότι θεωρούσε ότι είχε εκτεθεί πολύ στα Mέσα. Κρίμα, διότι είναι ένας άνθρωπος που προσωπικά εκτιμώ και η οπτική του θα προσέφερε πράγματα.
Πιστεύεις ότι σε αυτά τα πρόσωπα μπορούμε να κάνουμε πολιτική κριτική;
Αν μιλούν πολιτικά, αν δηλαδή εκφράζουν πολιτικές θέσεις, ναι. Προσωπικά, θα ήθελα οι επιστήμονες να μιλούν για την επιστήμη τους και να εξηγούν τι έχουν προτείνει στην κυβέρνηση. Η επιτροπή αυτή θα πρέπει να διατηρεί ψηλά τον επιστημονικό της ρόλο. Και φυσικά κανένας πολιτικός δεν μπορεί να τους ακυρώνει.
Λυπάσαι για κάποια άλλη απουσία;
Λυπάμαι που αρνήθηκαν να μιλήσουν οι εκπρόσωποι των εταιρειών, όπως για παράδειγμα των αυτοκινητοδρόμων, και έτσι δεν είχαμε την ευκαιρία να τους θέσουμε ένα πολύ απλό ερώτημα: αν θεωρούν ηθικό στη διάρκεια μιας πανδημίας να εγγυάται το κράτος τα διαφυγόντα κέρδη τους. Δήλωσαν επίσημα ότι δεν θέλουν να συμμετάσχουν και δεν κρύβω ότι απογοητεύτηκα, διότι οι άνθρωποι αυτοί δεν κατανοούν ότι όταν αρνούνται να λάβουν μέρος σε μια τέτοια προσπάθεια αφενός στερούν από την κοινή γνώμη το δικαίωμα της ενημέρωσης και αφετέρου χάνουν την ευκαιρία να επηρεάσουν την οπτική του δημιουργού ενός ντοκιμαντέρ.
Παρακολουθώντας τους «Παρόντες» ένιωσα ότι προσπαθούσες να κάνεις μια σύνδεση ανάμεσα στο πολιτικό και το προσωπικό. Ήταν αυτή η πρόθεσή σου;
Ναι, ήθελα να φανεί η διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο μίκρο-επίπεδο των προσωπικών ιστοριών και του σταυρού που κουβαλά ο καθένας με το μάκρο-επίπεδο της πολιτικής διαχείρισης τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκόσμια. Αυτή ακριβώς ήταν και η δυσκολία της ταινίας: ο συνδυασμός των δύο επιπέδων.
Νομίζω ότι υπήρχε και μια ακόμα δυσκολία. Το ντοκιμαντέρ καταγράφει μια ιστορία που είναι ακόμα σε εξέλιξη. Πώς το διαχειρίστηκες αυτό;
Έπρεπε να βρεθούν τα σωστά δημιουργικά πατήματα, προκειμένου η αφήγηση να μην κινδυνεύει να ανατραπεί από τις καταιγιστικές εξελίξεις. Αυτός είναι ο λόγος που προβάλλει ένα καθολικό ζητούμενο, ότι ένα νεό κοινωνικό συμβόλαιο είναι αναγκαίο. Ο βασιλιάς είναι γυμνός και αποδείχθηκε σε μία χώρα που υπέφερε από μια 10ετία λιτότητας και σκληρών νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Το δόγμα της ελεύθερης αγοράς δεν μπόρεσε να δώσει τη λύση. Αυτή άλλωστε είναι και η ευρύτερη κουβέντα που εξελίσσεται τώρα στην Ευρώπη. Δυστυχώς, η συζήτηση αυτή δεν συμβαίνει στην Ελλάδα, θα πρέπει όμως να ξεκινήσει.
Με ποιο κριτήριο επέλεξες τις προσωπικές μαρτυρίες που βλέπουμε στο ντοκιμαντέρ;
Ήθελα να έχουμε ιστορίες με ενδιαφέρον και κυρίως να δούμε πώς η πανδημία επηρεάζει ομάδες πληθυσμού, μη ευνοημένες που δεν βρίσκονται στο προσκήνιο και δεν έχουν φωνή. Ο τρόπος, για παράδειγμα, με τον οποίο ένας αυτιστικός και οικογένειά του βιώνει τον εγκλεισμό σε ένα διαμέρισμα και διαταράσσεται η καθημερινότητά του, θεωρώ ότι είναι μια ιστορία που αξίζει να καταγραφεί. Όπως αντίστοιχα, αξίζει να καταγραφεί τι σημαίνει το λοκντάουν για τους τοξικοεξαρτημένους ή τους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας.
Όλες οι ιστορίες πάντως, πέρα από τη αφηγηματική του λειτουργία, διέθεταν και μια σημαντική συμβολική λειτουργία…
Ήταν ζητούμενο κι αυτό. Μια από τις πιο δυνατές στιγμές της ταινίες θεωρώ ότι είναι η σκηνή με τον αγρότη που καταστρέφει με το τρακτέρ τα καρπούζια στο χωράφι του. Είναι μια ουσιαστικά βίαιη σκηνή. Νιώθω το τρακτέρ σαν έναν ολετήρα που περνά πάνω από τις ζωές μας. Επιπλέον, ας μην ξεχνάμε ότι σε ένα μεγάλο μέρος των πολιτών δεν έγινε γνωστό το τι πέρασαν οι αγρότες και ο πρωτογενής τομέας από τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Πλέον όμως, ένα χρόνο μετά, νομίζω ότι οι περισσότεροι όχι μόνο γνωρίζουν, αλλά και το βιώνουν. Νιώθεις ότι υπάρχει μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο λοκντάουν;
Είναι τεράστια η διαφορά. Στο πρώτο λοκντάουν υπακούσαμε υποδειγματικά υπό το φόβο του αγνώστου και επειδή είχαμε γνώση της κατάστασης στην οποία βρισκόταν το σύστημα υγεία της χώρας, το οποίο ήταν πληγωμένο από 10 χρόνια σκληρής λιτότητας. Το δεύτερο λοκντάουν είναι μια άλλη ιστορία. Προσωπικά, δεν είδα να ισχύει στην πράξη. Αυτό οφείλεται και στην ψυχολογική κούραση, αλλά κατά τη γνώμη οφείλεται και στα λανθασμένα μηνύματα που εξέπεμψε η κυβέρνηση.
Το θίγεις αυτό το ζήτημα στο ντοκιμαντέρ. Πιστεύεις ότι η κυβέρνηση «κρύφτηκε» πίσω από το αφήγημα της ατομικής ευθύνης;
Το έκανε και το κάνει. Όταν όμως βλέπεις μέλη της κυβέρνησης, αλλά ακόμα και τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, να μην τηρούν τα μέτρα, αμέσως δημιουργείται η εντύπωση ότι δεν υπάρχει κίνδυνος. Ταυτόχρονα, δεν λαμβάνεται καμία πρωτοβουλία για να περιοριστεί ο συνωστισμός στα ΜΜΜ ή για να ανοίξουν περισσότερες τάξεις με λιγότερους μαθητές στα σχολεία. Και φυσικά, να μην ξεχνάμε την Εκκλησία, η οποία έχει παίξει πολύ μεγάλο ρόλο στη διασπορά του ιού και η κυβέρνηση έδειχνε διστακτική ως προς τη λήψη αποφάσεων που αφορούσαν το θεσμό της Εκκλησίας.
Ωστόσο, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι που εμφανίζονται στο ντοκιμαντέρ δεν δείχνουν να τα αντιλαμβάνονται όλα αυτά…
Τα αντιλαμβάνονται όμως κοινός παρονομαστής των τοποθετήσεών τους είναι η μετάθεση της ευθύνης. Για παράδειγμα, ας δούμε τι έγινε με τον τουρισμό. Ο τουρισμός έπρεπε να ανοίξει διότι υπάρχουν άνθρωποι που βιοπορίζονται και έχουν ανάγκη την εργασία στον συγκεκριμένο κλάδο. Δεν μπορώ όμως να δεχτώ ότι δεν είναι ευθύνη της κυβέρνησης ο τρόπος με τον οποίο άνοιξε. Τα δειγματοληπτικά τεστ, περίπου 300.000 για 3.000.000 ανθρώπους που εισήλθαν στη χώρα, ήταν μια μέθοδος που αποδείχθηκε εξαιρετικά επισφαλής τόσο για το Δημόσιο Σύστημα Υγείας όσο και τους κατοίκους της επικράτειας. Κανείς δεν θα παραδεχτεί: «Συγγνώμη, κάναμε λάθος». Σε μία κρίση άλλωστε, συμβαίνουν λάθη.
Πώς την ερμηνεύεις αυτή τη στάση;
Για μένα δείχνει μια αλαζονεία. Δεν είναι μια στάση η οποία τιμά οποιοδήποτε κυβερνητικό αξιωματούχο. Επιπλέον, επιβεβαιώνει ότι προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι η επικοινωνιακή διαχείριση της κρίσης. Σε αυτό, ομολογώ, τα έχει πάει άριστα. Ωστόσο, η πραγματικότητα τους διαψεύδει. Η πραγματικότητα είναι διαφορετική και ο κόσμος το ξέρει, το καταλαβαίνει.
Η αλαζονεία πιστεύεις ότι οφείλεται και στο γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Μέσων Ενημέρωσης στηρίζει τις κυβερνητικές επιλογές, πολλές φορές με τυφλή εμμονή;
Εργάζομαι από το 1989 ως δημοσιογράφος δεν θυμάμαι να έχει υπάρξει άλλη περίοδος με τέτοια μονοφωνία. Πλέον βιώνουμε μια εποχή κατά την οποία οποιαδήποτε κριτική απέναντι στην κυβέρνηση ερμηνεύεται αυτομάτως ως στάση αντιπολιτευτική.
Ένιωσες να «πιέστηκαν» κατά τη συμμετοχή τους στο ντοκιμαντέρ, δεδομένου ότι έχουν συνηθίσει σε μια επιεική αντιμετώπιση από τα κυρίαρχα μέσα;
Όσοι συμμετείχαν και εκπροσωπούσαν την κυβέρνηση γνώριζαν σε ποιον μιλούν. Τους ευχαριστώ που έλαβαν μέρος και εξέφρασαν τις θέσεις τους μέσα στο συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ. Αν θες, δείχνει και μια παρρησία αυτό. Ωστόσο, έχω την αίσθηση ότι τις περισσότερες φορές έμεναν πιστά προσκολλημένοι στην κυβερνητική γραμμή. Θα περίμενα να έπαιρναν μια σαφή θέση σε ορισμένα θέματα που είναι πασιφανή. Θα περίμενα από τον Βασίλη Κικίλια, ο οποίος είναι γιατρός, να απαντήσει ξεκάθαρα αν ο ιός κολλάει ή δεν κολλάει μέσω της Θείας Κοινωνίας. Δεν το έκανε.
Εκτός από τα ζητήματα που σχετίζονταν με την Εκκλησία, υπήρχαν και άλλα στα οποία απέφευγαν απαντήσουν;
Κάθε φορά που είχαν να αντιμετωπίσουν ερωτήσεις που αφορούσαν τον νεοφιλελευθερισμό προσπαθούσαν να αποτινάξουν αυτήν την ταμπέλα. Μα δεν είπε κανείς ότι η κυβέρνηση είναι νεοφιλελεύθερη, οι πολιτικές είναι, ο τρόπος σκέψης είναι, ο οποίος είναι παγκόσμιος. Στο κάτω-κάτω, ο νεοφιλελευθερισμός δεν ανήκει στο DNA της Δεξιάς. Αγκαλιάστηκαν λόγω των πολιτικών συνθηκών τη δεκαετία του ’80.
Η θέση σου στο ντοκιμαντέρ σχετικά με αυτό είναι ξεκάθαρη: όλοι είδαν ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός. Οι ελίτ το βλέπουν;
Πριν μιλήσουμε για τις ελίτ, ας πούμε για τους πολίτες. Θαρρώ ότι όλοι πλέον κατάλαβαν ότι το οικονομικό σύστημα που εφαρμόζεται παγκοσμίως είναι ένα σύστημα, το οποίο ακόμα και σε μια περίοδο πανδημίας οξύνει τις ανισότητες. Το παράδειγμα του Bezos, ο οποίος κέρδισε 13 δισ. σε μια μέρα, είναι ενδεικτικό. Δεν είναι δυνατό να συμβαίνει, δεν είναι δυνατόν να το επιτρέπουμε. Στη διάρκεια της πανδημίας, η ελεύθερη αγορά δεν έδωσε καμία απολύτως λύση. Ήταν οι δημόσιες πολιτικές που μας κράτησαν όρθιους. Αν αυτό δεν το κατανοήσουμε θα έχουμε υποτιμήσει την τραγωδία, τις ζωές που χάθηκαν. Δεν θα έχουμε μάθει τίποτα.
Θεωρείς ότι και η στροφή των πολιτικών ηγεσιών προς τον αυταρχισμό είναι μια επιλογή που βρίσκεται στο τραπέζι;
Αυτήν την περίοδο λοιπόν βλέπουμε ότι συνταγματικά και εργασιακά δικαιώματα υποχωρούν και δεν είμαι βέβαιος ότι θα αποκατασταθούν μόλις ολοκληρωθεί αυτή η περιπέτεια. Μιλώντας συγκεκριμένα για την Ελλάδα, η κυβέρνηση δείχνει να αντιλαμβάνεται πλέον την επιβολή της τάξης όχι με την αστυνόμευση αλλά με την αστυνομοκρατία. Είναι δύο διακριτές έννοιες. Για την αστυνόμευση και τη δημόσια ασφάλεια πληρώνουμε όλοι οι πολίτες μέσω της φορολογίας μας. Η αστυνομοκρατία αναφέρεται σε όλη αυτή την άγρια και άνευ λόγου καταστολή. Βλέπω τον τελευταίο καιρό ότι η αστυνομία είναι πολύ αγριεμένη, ειδικά τους τύπους πάνω στα παπάκια, τα μέλη της ομάδας «Δράση», δεν θέλω καν να τους αποκαλέσω αστυνομικούς. Μόνο στην Κολομβία έχω δει την αστυνομία να συμπεριφέρεται έτσι όπως συμπεριφέρονται οι συγκεκριμένοι.
Ο καπιταλισμός βρίσκει τρόπο να εργαλειοποιεί τις κρίσεις που γεννά ο ίδιος. Εικάζεις ότι αυτό θα συμβεί και τώρα;
Οι ελίτ είναι δεδομένο ότι θα κάνουν τα πάντα να διατηρήσουν την προτεραία κατάσταση διότι βολεύει. Ζούμε στην εποχή της πολιτικής διαχείρισης, γεγονός που έχει επιτρέψει σε ανθρώπους περιορισμένων δυνατοτήτων να επιπλέουν την επιφάνεια. Γι’ αυτό επιμένω ότι η κοινωνία των πολιτών πρέπει να βρίσκεται σε επαγρύπνηση. Το σύστημα ήταν πάντα άδικο, αλλά πλέον με την πανδημία έχει γίνει άγριο, κανιβαλιστικό και ανθρωποφάγο.
*Οι “Παρόντες” θα προβάλλονται ελευθέρα στο parontes.imedd.org από την Παρασκευή 12 Μαρτίου στις 21:00 και στη συνέχεια κάθε Σάββατο, Κυριακή 17:00, 20:00 και 23:00 και τις καθημερινές (Δευτέρα-Παρασκευή) στις 19:00, 21:00 και 23:00.