Ζεσταίνεσαι; Σκας; Ιδρώνεις; Έχεις πάρει φωτιά; Μαγκιά σου! Αλλά.
Δεν συμπάσχω. Δεν είναι ότι δεν σε καταλαβαίνω, δεν είναι ότι δεν σε νοιάζομαι, δεν είναι ότι δεν μ’ απασχολεί το πρόβλημά σου, αλλά δεν μπορώ να μπω στη θέση σου. Δεν μπορώ να καταλάβω τι περνάς. Γουστάρω το καλοκαίρι περισσότερο απ’ όλες τις εποχές γιατί δεν έχω νιώσει ποτέ αυτό το περίφημο “να θες να βγάλεις όλα σου τα ρούχα κι ύστερα να θες να βγάλεις κι άλλα!”. Να στο κάνω λιανά;
ΔΕΝ ΖΕΣΤΑΙΝΟΜΑΙ!
Δεν ξέρω γιατί και πώς. Θες ότι έχει χαλάσει ο θερμοστάτης και δεν χτυπάνε καμπανάκια όταν το θερμόμετρο βαράει 40; Θες ότι μεγάλωσα στη Λάρισα κι εκεί τα 40άρια τα ‘χουμε για καθημερινότητα; Θες που (γιατί να μην το πω; θα ντραπώ;) είμαι πολύ καυτός μονάχος μου, και τι να φτουρήσει η εξωτερική θερμοκρασία; Όπως και να ‘χει, δεν με πιάνουν οι βαθμοί Κελσίου που ανεβαίνουν. Και όχι, δεν ντρέπομαι καθόλου γι’ αυτό!
Όλα τούτα τα εντελώς προσωπικά που μοιράζομαι σήμερα μαζί σου, τα μοιράζομαι κυρίως γιατί δεν βαστάω άλλο. Δεν μπορώ. Μπαίνεις στον ηλεκτρικό; Ακούς γιαγιά να κρώζει: “Ανοίξτε κάνα παράθυρο πια, βράζουμε στον ιδρώτα μας εδώ μέσα!” (κι ενώ υπάρχει ήδη κλιματιστικό). Μπαίνεις στο μετρό; Ακούς τύπους γκρινιάζουν: “Επιτέλους, λίγη δροσούλα ρε φίλε! Ανυπόφορη είν’ η Αθήνα καλοκαιριάτικα“. Κι άμα περπατάς στο δρόμο; Βιβλικές εικόνες! Κόσμος φωνάζει, κόσμος βαρυγκομεί με τα χέρια στο πρόσωπο: “Θα πεθάνουμε! Θα λιώσουμε! Θα σκάσουμε!” λες κι έρχεται η Αποκάλυψη ξέρω ‘γω, κι ο κόσμος παίζει μπάλα στις καθυστερήσεις του. Ε, να σου πω κάτι;
Όχι ρε συ, δεν είναι κόλαση το καλοκαίρι!
Όχι ρε γιαγιά, όχι ρε θείο, όχι ρε παλικάρια και κοριτσάρες μου, δεν είναι η ζεστούλα τον Ιούνιο το χειρότερο πράγμα που μπορεί να σε βρει στη ζωή σου. Λίγο νεράκι θέλει να πίνεις συχνά, ντουζάκια μπόλικα και λίγη κατανόηση στο πώς δουλεύει το κλιματιστικό – ΜΕ ΚΛΕΙΣΤΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ. Όμως το πιο σημαντικό; Ποια είναι η εναλλακτική σου;
Η άνοιξη με τις αλλεργίες, που πρέπει να ‘χεις μπουφάν μόνιμα στα χέρια γιατί “ποτέ δεν ξέρεις πότε θα φυσήξει”; Ο χειμώνας που ντύνεσαι κρεμμύδι, κι άντε ξεντύσου μόλις μπεις στο μαγαζί, κι άντε ξαναντύσου για να βγεις, κι άντε ξεντύσου πάλι όταν ξαναμπείς αλλού και πάει λέγοντας; Ή μήπως το φθινόπωρο, που κάθε τόσο βρέχει, κι άμα φοράς γυαλί θες υαλοκαθαριστήρα μόνιμα στο “on”; Γι’ αυτό σου λέω, καλοκαιράρα! Καρπούζι, αναψυκτικά, παγωτάκι και ΖΕΣΤΗ ν’ ανάψουνε τα αίματα.
Στο τέλος τέλος, να στο πω κι έτσι: Χωρίς ζέστη, δεν θα είχες μπάνιο στη θάλασσα. Χωρίς ζέστη, δεν θα είχες κοκτέιλ. Χωρίς ζέστη, δεν θα είχες ΠΑΓΩΤΟ ρε αχάριστε άνθρωπε! Πώς θα τη βγάζαμε; Τι θα μετράγαμε στις διακοπές απ’ το σχολείο; Και τώρα που το σκέφτομαι…
…ΘΑ ΕΙΧΑΜΕ ΔΙΑΚΟΠΕΣ;
Δηλαδή τι θες, να χαλάσουμε τρεις μήνες παιδικών διακοπών επειδή σου χαλάει τη φάση σου ο ιδρώτας και τα γυαλιά ηλίου; Παράλογα πράγματα, αλλά τι περιμένω από ανθρώπους που δεν αγαπούν τη ζέστη; Λοιπόν, νέτα σκέτα και καθαρά και ξάστερα: Αν θες βροχές, χιόνια και… “δροσούλα” που σηκώνει μπουφάν τα βράδια, υπάρχουν εξαίρετες Γερμανίες, και Γαλλίες, και Αγγλίες που τα προσφέρουν. Εδώ είναι Μεσόγειος και το κατάστημα πουλάει θάλασσα, ήλιο, και “πάμε όλοι μαζί σε μια παραλία”. Και όχι, ο πελάτης δεν έχει πάντα δίκιο! Πάρε φορητό ανεμιστηράκι και μη γκρινιάζεις με τη χαρά μας. Το ‘πιασες;
Ρίξε ζέστη!