Ώρα 11:00, γραμμή 3 του μετρό, σταθμός Αιγάλεω με κατεύθυνση αεροδρόμιο.
Ο νεαρός, ντυμένος με ένα ξεφτισμένο τζιν κι ένα λευκό μπλουζάκι, επιβιβάζεται φουριόζος μέσα στο βαγόνι. Κάθεται, αρχικά, δίπλα μου. Το μετανιώνει. Σηκώνεται και βολεύει την ανησυχία του στο απέναντι ακριβώς κάθισμα. Δίπλα του κάθεται ένας παππούς. Ο νεαρός χτυπάει τα πόδια του νευρικά, σπάζοντας τη μονοτονία σιγής που επικρατεί στο βαγόνι. Κάτι ψάχνει στο τσαντάκι του. Το βρίσκει και το βγάζει. Το χαρτί που κρατά στα χέρια του, μετατρέπεται μέσα σε λίγα λεπτά στο εργαλείο εκείνο που θα τον βοηθήσει να ξεφύγει από την καθημερινότητά του, είναι το εισιτήριό του για έναν άλλον, ολόδικό του κόσμο. Η γνωστή φωνή από τα μεγάφωνα μας ενημερώνει ότι φτάσαμε ήδη στο Μοναστηράκι. Ο νεαρός, όμως, βρίσκεται ήδη κάπου αλλού, σε μια γωνιά του δικού του, αυτοδημιούργητου κόσμου. Ο παππούς στρέφει το πρόσωπό του από την αντίθετη πλευρά, δεν θέλει να έχει καμία οπτική επαφή με τον νέο, ούτε και με το μαγικό χαρτί που αυτός βαστά στα χέρια του. Δεν επιθυμεί να γίνει συνεπιβάτης στο ταξίδι του, είναι σαφές και ξεκάθαρο.

Ώρα 20:00, γραμμή 3 του μετρό, σταθμός Χολαργός με κατεύθυνση Αγία Μαρίνα.
Η νεαρή, ντυμένη με ένα ανάλαφρο καλοκαιρινό φόρεμα και με τα γυαλιά της περασμένα στο κεφάλι, μπαίνει και κάθεται με μια νωχελική κίνηση στην απέναντι τετράδα καθισμάτων. Σταυρώνει τα πόδια της και μένει σε αυτήν τη βολική στάση μέχρι τέλους. Δίπλα της, ένας σεκιουριτάς που μάλλον έχει τελειώσει τη βάρδιά του. Η κοπέλα, ανοίγει την τσάντα που έχει περασμένη χιαστί, βουτάει μέσα το χέρι της και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα κρατά στα χέρια της χαρτιά. Μπόλικα χαρτιά. Την βοηθούν να ταξιδέψει, να ονειρευτεί, είναι το εργαλείο που θα τη βοηθήσει να ξεχάσει όλα εκείνα που ενδεχομένως βαραίνουν τη σκέψη της. Την βλέπω να χαμογελά κοιτάζοντάς τα, σίγουρα βρίσκεται ήδη αλλού, πολύ πιο μακριά από τη στάση «Κεραμεικός» που ακούγεται εκείνη τη στιγμή από τα μεγάφωνα του συρμού. Ο νεαρός σεκιουριτάς ρίχνει κλεφτές ματιές σε ένα από τα μαγικά χαρτιά της κοπέλας. Ίσως πάνω του, να βρίσκονται κάποια στοιχεία που αν τα υποκλέψει θα μπορέσει να εξασφαλίσει το εισιτήριο για το δικό του, νοητό ταξίδι. Λαθρεπιβάτης τώρα, συνεπιβάτης αύριο-μεθαύριο.


Οι δύο παραπάνω αφηγήσεις, αποτελούν αληθινές ιστορίες που εκτυλίχθηκαν στις 22 Ιουλίου 2015, κατά την μετακίνησή μου προς και από το γραφείο. Οι ομοιότητες που ίσως να παρατήρησες ανάμεσά τους, κρύβουν μια βασική αντίθεση που “χτίζει” δύο εντελώς διαφορετικούς ήρωες: Τον νέο που κάνει χρήση κοκαΐνης σε δημόσια θέα, χρησιμοποιώντας ένα κομμάτι χαρτί για να σνιφάρει τη δόση του και την νέα που μένει καθηλωμένη σε όλη τη διάρκεια του ενδοαστικού της ταξιδιού πάνω από μερικές εκατοντάδες σελίδες ενός βιβλίου. Δεν θέλω να επικεντρώσω ούτε στα κοινωνιολογικά αίτια, ούτε στις  ψυχολογικές παραμέτρους της ιστορίας. Ίσως θα ήταν καλύτερο να κρατήσουμε πως καμιά φορά σημασία δεν έχει το ταξίδι, ούτε καν ο προορισμός, αλλά μονάχα αυτό το ίδιο το μέσο.