Όταν ο Νίκος Παπάζογλου άφηνε την τελευταία του πνοή τον Απρίλη του 2011, άφηνε ταυτόχρονα και ένα μεγάλο κενό στο ελληνικό τραγούδι. Ο πους-πουλ (παρατσούκλι που του είχε κολλήσει ο Σαββόπουλος λόγω της μεγάλης εξοικείωσής του με τις κονσόλες των ηχοληπτών) ήταν ο άνθρωπος που ουσιαστικά άλλαξε το λαϊκό τραγούδι, ειδικότερα με το δίσκο «Η εκδίκηση της γυφτιάς». Γεννήθηκε σαν σήμερα στις 20 Μαρτίου του 1948 στη Θεσσαλονίκη που τόσο αγάπησε κι αγαπήθηκε από αυτήν.

Η μουσική του διαδρομή άρχισε λίγο διαφορετικά σε σχέση με ό,τι τον είχαμε συνηθίσει στην υπόλοιπη καριέρα του. Σε ηλικία 19 ετών, όταν οι Olympians αναζητούσαν κάποιον για τα φωνητικά λόγω της στράτευσης του Πασχάλη Αρβανιτίδη, επέλεξαν τον νεαρό Παπάζογλου γιατί κάτι «είδαν». Και μάλλον είδαν καλά…


Το 1970 θα αποπειραθεί να κάνει διεθνή καριέρα, εγχείρημα που δε θα στεφθεί με επιτυχία παρά τις μεγάλες προσπάθειές του. Επηρεασμένος από τους Aphrodite’s Child έφτιαξε το συγκρότημα Zealot και ταξίδεψε σε Άαχεν και Μιλάνο, προσπαθώντας να πείσει ξένους παραγωγούς να εμπιστευτούν τη δουλειά του και να του βγάλουν δίσκο. Δυστυχώς (κακό δικό τους) αυτό δε συνέβη κι ο Παπάζογλου γύρισε στην Ελλάδα.


Σήμα κατατεθέν του τραγουδοποιού είχε γίνει μέχρι και το τέλος της ζωής του το κόκκινο φουλάρι σε συνδυασμό με το μπλε πουκάμισο. Γι’ αυτό οι κοντινοί του άνθρωποι τον αποκαλούσαν “Ινδιάνο”, ενώ η γυναίκα του παραπονιόταν ότι μοιάζει με φυλακισμένο Μεξικανό. Εκείνος, πάντως, δεν άλλαζε γνώμη. Ούτε στυλ…

 

 

Σταθμός για την ελληνική μουσική σκηνή, ήταν το στούντιο ηχογράφησης που έφτιαξε στη Θεσσαλονίκη. Από εκεί έκανε το παν να βοηθήσει νέους καλλιτέχνες που έβλεπαν κλειστές τις πόρτες των δισκογραφικών εταιριών. Αν κρίνουμε από τους καλλιτέχνες που ξεπήδησαν με δίσκους από το «Αγροτικόν» (όπως ονόμασε το studio του), μάλλον “έκοβε το μάτι του”. Ενδεικτικά: Σωκράτης Μάλαμας, Δημήτρης Σταρόβας, Θανάσης Παπακωνσταντίνου, Μελίνα Κανά, Ορφέας Περίδης…