Η γενιά μου η δύστυχη μεγάλωσε με μια τηλεόραση συνεχώς ανοιχτή μέσα στο σπίτι. Φυσικό επακόλουθο η αποβλάκωση… Όταν μικρός παρακολουθούσα συνεντεύξεις «διασήμων», μου έκαναν μεγάλη εντύπωση οι εξομολογήσεις τους με τις οποίες επεδίωκαν να μας αποδείξουν ότι είναι και αυτοί άνθρωποι. Για να το επιβεβαιώσουν, ανέλυαν με τον απαιτούμενο στόμφο τις εκατομμύρια εργασίες που τους εξασφάλισαν τα προς το ζην στο παρελθόν. Δε μπορεί, κάπου θα το έχει πάρει το μάτι σας. Το κάνουν όλοι ανεξαιρέτως. Τώρα θα το κάνω κι εγώ και θα σας μιλήσω για εκείνη την εποχή που δούλευα σε σούπερ μάρκετ.
Αρχικά θέλω να σας πληροφορήσω πως οι εργαζόμενοι στα μεγάλα σούπερ μάρκετ δεν είναι ιδιοκτήτες. Όσο απίστευτο κι σας φαίνεται δε φταίνε εκείνοι για τις τιμές. Μην σας παρασύρει το γεγονός πως τοποθετούν τις τιμές στα ράφια. Κάποιος άλλος τους τις έδωσε και τους ανάγκασε να τις βάλουν εκεί. Γι’αυτό μην τους ζαλίζετε τον έρωτα για την ακρίβεια. Εσύ φταις που ψήφιζες και έπαιρνες διακοποδάνεια, στα έχει πει, άλλωστε και και η τηλεόραση.
Αφού αυτό ξεκαθαρίστηκε, πρέπει να μάθετε πως η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων δεν πολυγουστάρει να κάνει αυτή τη δουλειά. Οπότε καλό είναι να κοπούν τα χαμογελάκια και τα αστειάκια για την περίεργη στολή ή για την άσχημη ποδιά. Δε θέλω να τη φοράω, ούτε ονειρευόμουν στα μικράτα μου να κόβω ζαμπόνια για την εκατοντάχρονη πελάτισσα που «θέλει τη γαλοπούλα της τσιγαρόχαρτο». Το κάνω γιατί η ανεργία των νέων είναι μόλις στο 66% και δε μπορώ να βρω δουλειά στο αντικείμενό μου.
Ένα άλλο γεγονός που ο αναγνώστης λογικά δε γνωρίζει, είναι αυτό της έντονης ψυχολογικής υποστήριξης που παράσχεται στα κατά τόπους σούπερ μάρκετ. Αυτά που λένε για τους μπάρμεν, ότι έχουν δήθεν γνώσεις ψυχολογίας, είναι παπαριές. Έξι χρόνια ζαμπονοκόπτης, λίγο έλειψε ο ΕΟΦ να μου δώσει την άδεια να συνταγογραφώ αντικαταθλιπτικά. Έχω ακούσει για παιδιά και εγγόνια που πάνε στο εξωτερικό, έχω ακούσει για οικογενειακά και σεξουαλικά προβλήματα που ένας μπάρμαν δε θα ακούσει σε τρεις ζωές.
Όταν γίνω πρωθυπουργός θα δώσω βαρέα και ανθυγιεινά στους εργαζόμενους των σούπερ μάρκετ. Ξέρεις αναγνώστη μου τι είναι να έχεις ένα ράφι γεμάτο παιδικά γιαουρτάκια (που σε κάθε άγγιγμα πέφτουν σαν ντόμινο τα διαολεμένα) και να έρχεται καινούργια παραγγελία και να πρέπει να αδειάσεις όλο το ράφι για να βάλεις πίσω αυτά που μόλις έφτασαν και μπροστά τα παλιά; Κάτι σαν τζένγκα ένα πράγμα αλλά με περισσότερα νεύρα.
Και δεν είναι μόνο αυτά. Αν αναφέρω απλές ιστορίες καθημερινής τρέλας που έχουν συμβεί μπροστά στα μάτια μου, δε θα μου φτάσουν τρία μερόνυχτα να γράφω.
Ενδεικτικά:
- Ληστείες, μικροκλοπές, ένοπλες ληστείες κι ένα περίστροφο να μου χαϊδεύει τα μαλλιά (που δεν έχω) την ίδια ώρα που πρέπει να έχω το νου μου να μην κλέψουν το κατάστημα.
- Κυρία απροσδιόριστων αιώνων ηλικίας, μπαίνει, έρχεται, χαιρετάει, βγάζει κινητό από την τσάντα, μου λέει ότι δε μπορεί να βάλει τη sim, τη βοηθάω να το κάνει και φεύγει. Απλά. Χωρίς να ψωνίσει. Και όχι δεν υπάρχει κανένα κατάστημα κινητών εκεί γύρω.
- Κύριος, μεσόκοπος, εισβάλλει νευριασμένος και απαιτεί να πάρει πουρέ. Τι πουρέ όμως; Από τη συσκευασία 2+1 δώρο θέλει μόνο το +1. Και επιμένει. Και δεν καταλαβαίνει. «Αφού έτσι κι αλλιώς δωρεάν θα το δώσετε! Φέρ’ το».
- And the Oscar goes to… (δεν έχω αλλάξει λέξη από την πραγματική στιχομυθία):
-Δέκα φέτες σπάλα και λίγο γρήγορα
-Καλημέρα
-Καλημέρα, δέκα φέτες σπάλα και λίγο γρήγορα
-Δεν έχουμε σπάλα
-Και είπα να μην ξαναέρθω στο κωλομάγαζο σας
-Κανένας δε σας ανάγκασε
–(καλεί κάποιον στο τηλέφωνο) Τι να πάρω, ο ηλίθιος δεν έχει σπάλα, ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΧΕΤΕ ΣΠΑΛΑ;;;
-Γιατί το κατάστημά μας είναι μικρό και δεν έχει την ίδια ποικιλία προϊόντων με τα μεγαλύτερα. Κι όπως σας βλέπω, ξέρετε από μικρά μεγέθη...
Σκύβει κεφάλι, αποχωρεί, τρέμω μη χάσω τη δουλειά μου, έρχεται ο διευθυντής μη μπορώντας να ανασάνει από τα γέλια και μου δίνει συγχαρητήρια. (Λίγο καιρό μετά απολύθηκε αυτός βέβαια, αλλά θα το θεωρήσω τυχαίο γεγονός…)