Προσπάθησε να θυμηθείς την Αθήνα χωρίς μετρό. Ναι, ούτε εγώ μπορώ. Το σπουδαίο αυτό έργο, που ξεκίνησε το μακρινό 1992 για να ανοίξει τις πόρτες του στο επιβατικό κοινό τέσσερα χρόνια χρόνια πριν τους ολυμπιακούς αγώνες της Αθήνας, αποτελεί μέρος της καθημερινότητας για την πλειονότητα των πολιτών της Αττικής.
Κομμάτια αυτής της καθημερινότητας, λοιπόν, είναι που κάνουν τα νεύρα μου κορδέλες. Και μάλιστα μεταξωτές που σκίζονται εύκολα. Γιατί, καλό το μετρό, δεν έχω πρόβλημα, με τους ανθρώπους όμως έρχονται τα δύσκολα. Είμαι και λίγο αντικοινωνικός, το παραδέχομαι. Αλλά οι παρακάτω κατηγορίες επιβατών που όλοι έχουμε συναντήσει μέσα στους συρμούς (ή και έξω από αυτούς) με εξοργίζουν πραγματικά.
Πρώτα και κύρια αυτοί που κάθονται αριστερά στις σκάλες. Καλή μου, καταλαβαίνω ότι στο χωριό σου δεν είχες ηλεκτρικές σκάλες. Έλα όμως που κάποιοι σατανάδες έφτιαξαν σκαλιά που παίρνουν μοναχά τους τον ανήφορο για να μην κουράζεις εσύ τα ποδαράκια σου; Για δύο λόγους, λοιπόν, θα πρέπει να κάθεσαι δεξιά. Ο πρώτος είναι να μη σκοτωθεί κανένας χριστιανός από το συνωστισμό. Ο δεύτερος είναι ότι ΒΙΑΖΟΜΑΙ και θέλω να πάω εγώ αριστερά για να σε προσπεράσω.
Αφού περάσαμε το εμπόδιο που βρέθηκε στις σκάλες, πλησιάζουμε στο συρμό. Τι θα συναντήσουμε εκεί; Ηλικιωμένους (κατά κύριο λόγο) να στέκονται στη μέση των δύο θυρών σαν σπρίντερ που είναι έτοιμοι να τρέξουν με το πρόσταγμα του αφέτη. Μόλις η πόρτα ανοίξει, όποιον πάρει ο χάρος. Ο παππούς με το μπαστούνι που κούτσαινε, ξαφνικά μετατρέπεται σε μπάτμαν και ποδοπατεί ό,τι βρεθεί στο διάβα του, φτάνει μόνο να μπει πρώτος. Και αν γίνεται χωρίς να έχει βγει κανείς. Αν η διαδικασία αυτή γίνει άθλημα, οι έλληνες παππούδες χτυπούν χαλαρά χρυσό στο παγκόσμιο!
Εντός του συρμού η κατάσταση είναι εξίσου τραγική. Βρίσκεσαι στην αφετηρία της διαδρομής και αντικρίζεις ένα άδειο βαγόνι με τις θέσεις να σου φωνάζουν “έλα κάτσε”. Και ξαφνικά όλοι γύρω σου τρέχουν λες και κάποιος μοιράζει λεφτά και τρέχουν να προλάβουν. Όχι, δεν είναι αυτό. Απλά θέλουν να προλάβουν θέση. Για την ακρίβεια, θέλουν μόνο να μην κάτσεις εσύ. Ο κόσμος είναι πιο κακός από όσο μπορείς να φανταστείς…
Οι υπόλοιποι, λοιπόν, έχουν απλωθεί στις θεσάρες τους και ατενίζουν τα μπετά από τα παράθυρα. Εσύ προσπαθείς να πιαστείς από κάπου για να μην πέσεις από τη φόρα του τρένου. Γλυκοκοιτάζεις τον στύλο στη μέση του βαγονιού και τη στιγμή που απλώνεις το χεράκι σου να ακουμπήσεις το κρύο σίδερο συμβαίνει το μοιραίο. Ένας 20χρονος, ταλαιπωρημένος από το ανελέητο ξύσιμο των αχαμνών του (ασχολία που τον έχει κερδίσει από τότε που πέρασε στο ΤΕΙ Ζαμπονοκοπτικής), ακουμπά όλο του το σώμα στον στύλο για να ξαποστάσει. Θέλεις να του κονιορτοποιήσεις το κεφάλι, αλλά δε θα πεις κουβέντα παρά το γεγονός ότι τα ακουστικά του παίζουν Χρύσπα και ακούγονται μέχρι την Πανόρμου, ενώ ο συρμός βρίσκεται στο Γκάζι.
Πάνω που η ηρεμία έρχεται απρόσμενα για να γίνει φίλη σου, χτυπάει ένα τηλέφωνο. Και ο τύπος το σηκώνει! Επιχειρεί να αναλύσει στο φίλο του το οικονομικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ με τη δέουσα σοβαρότητα, όμως δεν τα καταφέρνει γιατί κόβεται το σήμα. Κοιτάζει το κινητό του απορημένος. Δε μπορεί να το πιστέψει! Μα να κοπεί το σήμα; Στα 50 μέτρα κάτω από τη γη; Τον κορόιδεψαν, είναι σίγουρα χαλασμένο. Πρέπει να το πάει για φτιάξιμο.
Και για το τέλος (για να μη λέτε ότι δεν κάνουμε και την αυτοκριτική μας) είμαστε και όλοι εμείς που διαβάζουμε σαν να μην υπάρχει αύριο. Συνήθως φοράμε ακουστικά, ακούμε από κλασσική μέχρι Μαχαιρίτσα και καταπίνουμε αμάσητα λέξεις και σελίδες. Το κεφάλι δε σηκώνεται για κανένα λόγο. Μπορεί δίπλα μας να είναι μία έγκυος, ένας με σπασμένο πόδι, ένας εκατοντάχρονος παππούς ή ο θεός ο ίδιος. Αν περιμένεις από μένα να σηκωθώ, σόρι αλλά δεν είναι η τυχερή σου μέρα σήμερα. Όχι επειδή είμαι γάιδαρος αλλά επειδή αγνοώ την ύπαρξη των ανθρώπων γύρω μου. Και να σου πω και κάτι; Αντικειμενικά, είμαστε οι πιο φυσιολογικοί εδώ μέσα…