Το πιο σωστό που έχει γραφτεί ποτέ για τον Μάλαμα, είναι ότι πρόκειται για έναν λαϊκό διανοούμενο. Το πιο ουσιαστικό όμως είναι πως έχει κρατήσει κάμποσες φορές στα χέρια του την καρδιά μας, μολογώντας της ιστορίες αγάπης και πόνου, μοιρολογώντας όσους φύγαν, όσους μείναν, όσους ξέχασαν να έρθουν. Ο Σωκράτης που μας έχει δει μεθυσμένους να κλαίμε και αμέσως μετά να γελάμε, να του λέμε “μη φύγεις” και να μένει, να πίνει μαζί μας μέχρι το ξημέρωμα.
Ο πιο δικός μας άνθρωπος λοιπόν, γεννήθηκε σαν σήμερα, το 1957, στη Συκία Χαλκιδικής. Μετανάστευσε με την οικογενένεια του το 1962 στη Γερμανία και δεν επέστρεψε παρά μόνο όταν έπρεπε να γραφτεί στο Γυμνάσιο. Από τη Θεσσαλονίκη κατάφερε να αποβληθεί από όλα τα σχολεία της χώρας για μια χρονιά, λόγω του ήρεμου χαρακτήρα του.
Επέστρεψε στη Γερμανία μπας και γίνει ηλεκτρολόγος μηχανικός, ευτυχώς όμως τα σχέδια αυτά ναυάγισαν με αποτέλεσμα να επιστρέψει στην πατρίδα και στα 23 του να είναι ήδη καθηγητής κιθάρας. Δούλεψε σε πολλά “σκυλάδικα” όπως χαρακτηριστικά λέει για να ζήσει την οικογένεια του. Ο πρώτος του δίσκος κυκλοφόρησε το 1989, με τίτλο “Ασπρόμαυρες ιστορίες” όμως εμείς κάπως επιμένουμε να θυμόμαστε την ιστορία πίσω από την “Πριγκιπέσσα”.
“Την έγραψα ως δώρο γενεθλίων σε μια γυναίκα, επειδή δεν είχα λεφτά να της πάρω κάτι. Μαγείρευε να φάμε φακές, που ήταν ό,τι είχε απομείνει, και ενώ την έβλεπα σκέφτηκα: “Αυτό αξίζει τον κόπο τώρα να το τραγουδήσει κάποιος, να το βγάλει προς τα έξω”. Το έγραψα και το έπαιξα κατευθείαν, χωρίς να μεσολαβήσει καθόλου χρόνος. Όταν το έπαιξα λύθηκα στα γέλια, το θεώρησα τόσο αστείο. Η φίλη μου, η οποία δεν είχε καμία σχέση με τη μουσική, άφησε κάτω τις κουτάλες και μου είπε: “Πότε το έγραψες αυτό το τραγούδι; Το ξέρεις ότι είναι πάρα πολύ καλό; Απορώ γιατί γελάς”.
Στην ερώτηση τι έγινε με αυτήν τη γυναίκα στο τέλος, η απάντηση είναι πως την παντρεύτηκε και μας παίρνουν κάπως τα ζουμιά η αλήθεια είναι.
Άκου λίγο Μάλαμα όταν τα πράγματα πάνε στραβά και θα ισιώσουν. Άκου λίγο Μάλαμα όταν τα πράγματα είναι καλά γιατί σου αξίζει.