Η αρχαία Ελλάδα έχει να λέει για τον Ορφέα και τον Αρίωνα, κι η Αναγέννηση για Τόμας Τάλις, και για Μπερντ και Μοντεβέρντι. Η κλασική μουσική έχει το Μπετόβεν και το Μότσαρτ της, και το ροκ-εν-ρολ τον Έλβις και τον Τζέρι Λι Λούις. Ρέγκε σημαίνει Μάρλεϊ, ποπ πάει να πει Μαντόνα και Μάικλ Τζάκσον, από τη τζαζ για να ‘χεις γεύση άκου τον Τσάρλι Πάρκερ και το Μάιλς Ντέιβις, κι αν πιάσεις το δικό μας το ρεμπέτικο, ένας ο Μάρκος, ένας ο Μπάτης, κι ακόμα δύο για την “πειραϊκή τετράδα”. Πού θέλω να καταλήξω; Όλες οι μουσικές στον κόσμο έχουν τους ήρωές τους.
Ε, έτσι έχει κι η gypsy jazz. Ήρωας σωστός και το κατόρθωμά του μέγα. Ήταν ο…
…Τζάνγκο, και ναι! The D is silent!
Σε αντίθεση βέβαια με τον επαναστάτη του Ταραντίνο, τούτος εδώ ο Τζάνγκο ήταν περήφανο τέκνο της γενιάς των Ρέινχαρτ, δεν ήταν μαύρος μα Τσιγγάνος, έκανε τα δικά του στην Ευρώπη (στα Βέλγια, στα Παρίσια και στα Λονδίνα), κι αντί να βάλει φωτιά στο μπαρούτι, πρώτα πήρε φωτιά ο ίδιος, κι έπειτα έβαζε κάθε τόσο στην κιθάρα του. Από επανάσταση όμως, κι ο δικός μας έκανε, αφού σε μια εποχή που “τζαζ σόλο” πήγαινε να πει τρομπέτα, ή σαξόφωνο, ή έστω πιάνο, ο Τζάνγκο πήρε την κιθάρα του και τους λέει: “Τι λέτε ρε απίθανοι;”, ακούστε δω. Κι οι απίθανοι άκουσαν! (Άκου κι εσύ, αν ακόμα ψάχνεις να βρεις πού στην ευχή τον έχει πάρει τ’ αυτί σου αυτό τον τύπο, και τα λέμε ξανά αμέσως από κάτω).
Έμπασε το λοιπόν την κιθάρα του στη τζαζ, και το ρυθμό της τσιγγάνικης τζαζ σ’ όλα τα σαλόνια του τότε και του σήμερα. Έπαιζε γρήγορα, έπαιζε άψογα, έπαιζε έξω απ’ το κουτί μας μουσικής… χωρίς κουτί! (Ε, τζαζ λέμε…). Ο εκπληκτικός Φρανκ Βινιολά έχει πει ότι σχεδόν κάθε κιθαρίστας σ’ αυτό τον κόσμο έχει επηρεαστεί απ’ τον Τζάνγκο. Κι ωστόσο το ηρωικό κατόρθωμα που σου υποσχέθηκα πιο πάνω, δεν είναι κανένα απ’ αυτά. Το μεγάλο κατόρθωμα του τεράστιου Τσιγγάνου είναι πως, όλα αυτά, τα έκανε…
…με δύο μόνο δάχτυλα!
Βασικά μαθήματα κιθαριστικής αριθμητικής: πόσα δάχτυλα χρησιμοποιεί ένας κιθαρίστας με το αριστερό του χέρι; Λοιπόν, αν βγάλει έξω (για λόγους συντομίας) μερικούς που κάπου-κάπου όλο και πατάνε την 6η (1η από πάνω) χορδή με τον αντίχειρα, τα δάχτυλα που μένουν είναι τέσσερα. Ε, απ’ αυτά, ο Τζάνγκο έχασε τα δύο.
Ήταν 18, νιόπαντρος, έπαιζε ακόμα μπάντζο, κι είχε μόλις κλείσει την πρώτη του μεγάλη δουλειά. Μόνο που, λογάριαζε χωρίς το χόμπι της καλής του. Η Μπέλα βλέπεις, έφτιαχνε ψεύτικα λουλουδάκια από σελουλόιντ, κι αυτό δεν θα ‘ταν πολύ μεγάλο πρόβλημα σ’ έναν κόσμο με λάμπες φθορισμού, όμως είμαστε ακόμα στο 1928 και το ζευγάρι ζει σε τροχόσπιτο, στον καταυλισμό τους. Ένα βράδυ λοιπόν, παίρνει ο Τζάνγκο σβάρνα ένα κερί, πέφτει η φωτιά στο σελουλόιντ, μπουρλοτιάζει όλο το τροχόσπιτο κι ο κιθαρίστας τη βγάζει μεν καθαρή, μα χάνει τον παράμεσο και το μικρό του δάχτυλο του αριστερού χεριού. Και τώρα τι γίνεται, σολίστα;
Αστεία ερώτηση, σαν να ρωτάω τον Μπετόβεν για τ’ αυτιά του…
Εγώ αν ήμουνα στη θέση του, μάλλον θ’ άλλαζα επάγγελμα και θα ‘λεγα κάθε χρονιά στα οικογενειακά τραπέζια για το ατύχημα που μου ‘κοψε τη μπάλα. Αν είσαι όμως σπουδαίος, δεν χαμπαριάζεις. Ο Μπετόβεν μπορούσε να συνθέτει χωρίς ν’ ακούει. Κι ο Τζάνγκο έμαθε να τρέχει την ταστιέρα και να σολάρει με τα δυο του δάχτυλα. Έμαθε να τοποθετεί έτσι το χέρι του που να μπορεί να πιάνει συγχορδίες. Έμαθε να παίζει μ’ όσα έχει, κι έπαιξε τόσο καλά που δεν μπορεί κανείς να φανταστεί πως θα μπορούσε άνθρωπος καλύτερα κι ας είχε… πέντε δάχτυλα!
Οπότε, αν θες τη γνώμη μου σ’ αυτό, καλά τα λέει ο Βινιολά όμως δεν φτάνει. Δεν αρκεί να ‘χουν όλης της γης οι κιθαρίστες πρότυπο τον Τζάνγκο. Αξίζει να ‘χεις κατά νου την ιστορία του εσύ, εγώ, κι όλος ο κόσμος. Κι αξίζει, για να θυμάσαι πως, αν η ζωή σου ρίξει τη ζαριά στραβά, δεν χάθηκε το παιχνίδι. Αν η ζαριά δεν λέει “ασσόδυο”, μ’ όλα τ’ άλλα ζάρια μπορείς να την κερδίσεις την παρτίδα. Φτάνει να το θες, να το πιστεύεις, να το προσπαθείς… E, και μην ξεχάς, το D… σιωπηλό!
Υ.Γ. Χωρίς τον Τζάνγκο Ρέινχαρτ, δεν θα ‘χε ο Γούντι Άλεν “Sweet and Lowdown”. Και μόνο γι’ αυτό, ε, πώς να το κάνουμε…
Y.Γ. 2 Κάθε ομοιότητα με το Μανώλη Χιώτη, είναι καθαρά συμπτωματική.