Κάποτε χόρευε με λέξεις κάτω απ’ το μαχαίρι της χουντικής λογοκρισίας. Ύστερα άλλαξε χορό, κι από κόκκινη φωνή έγινε κόκκινο πανί. Απ’ το μπάλο στο ζεϊμπέκικο, κι από κει στον τσάμικο και στο βουβό ταγκό, ο Σαββόπουλος αντάλλαξε φίλους κι εχθρούς κάμποσες φορές. Πότε δικιολογημένα και πότε μες στην υπερβολή. (Και μείναμε και λίγοι, που ‘μαστε ακόμα σαββοπουλικοί χωρίς -προ και -μετά).
Όπως και να ‘χει ωστόσο, ο,τι και να πιστεύεις για το Νιόνιο, ένα πράγμα δεν μπορείς να του αρνηθείς: πήγε τη μουσική της Ελλάδας πολλά χρόνια μπροστά. (Σ’ αυτό συμφωνεί ο Δεληβοριάς κι ο Πουλικάκος, συμφωνούν κι οι… Ονιράμα!). Όμως εμένα σήμερα δεν θα μ’ απασχολήσει η μουσική, όσο οι στίχοι του. Και πιο συγκεκριμένα 10 στιχάκια του που βγάλανε στη φόρα τ’ άπλυτά μας, όταν εμείς τα βλέπαμε ακόμα καθαρά.
Αβάντι μπουγάδα…
Υ.Γ. Κι όχι ότι είναι μόνο 10 δηλαδή, αλλ’ αφορμή να κουβεντιάσουμε και τα υπόλοιπα…
Εκλογές (Η Ρεζέρβα)
…η Ελλάδα αρχίζει να γελά και γίνεται γελάδα / Και μια φωνή με προφορά απ’ των Σερρών την πρώτη, ρωτάει άμα συμφωνώ να γίνουμε Ευρώπη / Μα κι αν ταΐζεις του απαντώ, κακάο τη γελάδα, δεν θα ‘ναι πάλι πιθανό ν’ αρμέξεις σοκολάδα.
Εμείς όμως βάλαμε στην Ευρώπη τη γελάδα μας προτού να γίνει Ελλάδα, κι από τότε την αρμέγουμε μ’ απογοήτευση που βγάζει γάλα άσπρο…
Μην Περιμένετε Αστειάκια (Το Κούρεμα)
Πώς να μην κλέψει ο Κοσκωτάς αφού ένα όραμα κονόμας, και ευζωίας και ανόδου ήταν το μέτρο ολονών μας / Μα αν η ζωή είν’ αυτοσκοπός, αν είναι ο βίος φιλοτομάρης, πώς να μην είναι ο αρχηγός ένας μοιχός εβδομηντάρης;
Ε όχι δα! Σταράτα το φωνάζουμε: δεν είναι όραμα η κονόμα, δεν είναι ο βίος φιλοτομάρης! Κι ύστερα το λέμε και το ξαναλέμε, μπας και το πιστέψουμε…
Η Παράγκα (Δέκα Χρόνια Κομμάτια)
(Ολόκληρο! Αλλά κυρίως…) Ο λαός – ο λαός στα πεζοδρόμια, κουλούρια ζητάει και λαχεία, κοπάδια – κοπάδια – κοπάδια στα υπουργεία, αιτήσεις για τη Γερμανία / Κυράδες, φιλάνθρωποι παπάδες, εργολαβίες – ψαλμωδίες και καντάδες…
Δεν είναι προφητεία για το μέλλον. Είναι το παρόν που ζει 50 χρόνια!
Άγγελος Εξάγγελος (Βρώμικο Ψωμί)
…δεν ήξερε καθόλου μα καθόλου να μιλά, και είχε γλώσσα μόνο για να γλύφει / Τα νέα που μας έφερε ήταν όλα μια ψευτιά, μ’ ακούγονταν ευχάριστα στ’ αυτί μας, γιατί έμοιαζε μ’ αλήθεια η κάθε το ψευτιά, κι ακούγοντάς τον ησύχαζε η ψυχή μας / …αφού δεν είχε νέα ευχάριστα να πει, καλύτερα να μη μας πει κανένα!
Μα αν διώχνεις (ψηφοφόρε μου;) όποιον δεν έχει ευχάριστα να πει, πώς περιμένεις να σου λένε την αλήθεια;
Πολιτευτής (Η Ρεζέρβα)
…κι ένας φαλάκρας απ’ έξω κι από μέσα, χαμογελούσε -ναι- γιατί να σκοτιστεί; / …τώρα κοκορεύεσαι απάνω στον εξώστη, και μιλάς στο πόπολο σαν το ναυαγοσώστη! / …κι ο,τι σε γλυτώνει και σου δίνει την αιτία, είναι που χρειάζεται κι η γραφειοκρατία…
Κι από τότε σ’ αυτό τον άτιμο εξώστη, μόνο φαλάκρες (από μέσα) έρχονται και μας πετάνε σωσίβια. Το μεγαλύτερο ταλέντο του πολιτευτή είναι να πείθει το πόπολο πως είναι… πόπολο!
Σωματική Ανάγκη (Δέκα Χρόνια Κομμάτια)
Βασιλιάς, πατρίς, θρησκεία μας οδηγεί, πλημμύρισε από αίμα όλη η γη / …έγινε ειρήνη για λόγους “ανωτέρας βίας”, ας κράταγε αλήθεια για όλη τη μικρή ζωή μας…
Ειρήνη είναι το διάλειμμα ανάμεσα σε δυο πολέμους… Χέστα, είναι τόσο υψηλοί οι λόγοι να πεθάνεις!
Κωλοέλληνες (Το Κούρεμα)
(Ολόκληρο, μα πιο συγκεκριμένα) …δεν ακούει κανείς, στο χειρότερο του ελληνισμού κομμάτι – στην Ελλάδα ζεις.
Δεν θέλει σχόλια, θέλει;
Τώρα έχεις χρέη και πιστώσεις, τρελαίνεσαι για πολιτικές εκδόσεις, αύριο να δούμε ποια πόρτα θα χτυπάς / Αφού κι αυτό το αύριο το αλάνι, όργανο του κόμματος το έχεις κάνει…
Τι χρώμα έχει διάολε το αύριο; Και πώς στην ευχή είναι αλάνι άμα είναι χρωματισμένο;
Μέρες Καλύτερες Θα ‘ρθουν (Μην Πετάξεις Τίποτα)
Φιλότεχνοι κι αλλήθωροι προς κάποια Δύση πάντα, που παραμόρφωσε γενιές παλιά κι απ’ το ’30 / Την ώρα που το μέσα μας κοβόταν σα διαμάντι, στου Καζαντζίδη το λυγμό και στου Παπαδιαμάντη.
“Θέλω να γίνω σαν Αμερικάνος, μ’ αρέσει στα κρυφά κι ο Μητροπάνος”, που λέει και μια πιο σύγχρονη βερσιόν.
Το Χειμώνα Ετούτο (Τραπεζάκια Έξω)
Κόμμα και ρετσίνα κι άσματα επινίκια, είμαι δεκαεξάρης σας γαμώ τα λύκεια! / Του Θεού η χάρη μας φυλάει απ’ τα σουξέ, κι ο ουρακοτάγκος απ’ τα θεϊκά εφέ.
Δεν είμαι πια. Και μεταξύ μας, δεν τα γάμησα όσο τους έπρεπε. Και τώρα τι μου μένει; Να τα κάνω έτσι που να μη θέλει να τα γαμήσει ο δεκαεξάρης. Με χάρη, χωρίς σουξέ, χωρίς εφέ, με Θεό αλλά και μ’ ουρακοτάγκο… Λες;
Επίμετρο: Δεν είμαι ΠΑΣΟΚα, δεν είμ’ ούτε ΚΚΕ (ούτε ΝΔ, φαντάζομαι εννοείται!), προτείνει (;) ο Νιόνιος. Όμως δεν πάει να πει αυτό πως πρέπει να μην είσαι τίποτα. Να είσαι. Να είμαι. Θα… είμαι ο,τι είμαι κι ο,τι τραγουδώ για σε. Άιντα!
Να μας έχει ο Θεός γερούς, πάντα ν’ ανταμώνουμε, Νιόνιο. Με τα καλά και τα στραβά μας…