Δεν ξέρουμε ποιο σενάριο είναι χειρότερο: Να είσαι θρησκευόμενος και κροτοφοβικός ή να είσαι άθεος που τρελαίνεται για συκωταριά;
Στην πρώτη περίπτωση, ναι μεν απολαμβάνεις τη Λειτουργία, αλλά έχεις πάντα στο μυαλό σου το εφιαλτικό πεντάλεπτο που ακολουθεί το “Χριστός Ανέστη“. Στη δεύτερη περίπτωση, μπορεί να σε τραβάει με το ζόρι η οικογένειά σου στην εκκλησία, αλλά έχεις πάντα στο μυαλό σου τη ζεστή μαγειρίτσα που σε περιμένει στο σπίτι κι ανακουφίζεσαι. Κάτι κερδίζεις, κάτι χάνεις.
Νταξ, υπάρχει και η ιδανική περίπτωση να είσαι άθεος εργένης με κροτοφοβία, οπότε δεν τραβιέσαι πουθενά και η κατάσταση είναι win-win. Αλλά κλάιν. Πόσοι τέτοιοι τύποι να υπάρχουν εκεί έξω;
Αντίθετα, υπάρχουν πάμπολλα στανταρέ τυπάκια που κατακλύζουν τα στασίδια, τα σκαλοπάτια και τον περίβολο της εκκλησίας και τα οποία είναι δεδομένο πως θα τα πετύχεις και φέτος μπροστά σου.
Αυτά τα τυπάκια:
Αυτός που δείχνει το κόκκινο βελάκι ΔΕΝ είναι ο Μπάζερ Μπίτερ. Μπάζερ Μπίτερ είναι όοολοι οι υπόλοιποι που βλέπεις στη φωτογραφία. Το 99%, δηλαδή, των “πιστών” που έχουν μπει για ντουζ στις 12 παρά τέταρτο, έχουν παρκάρει έξω από την εκκλησία δύο λεπτά πριν τα μεσάνυχτα και μόλις σφυρίξει ο διαιτητής τη λήξη μόλις πει ο παπάς το “Χριστός Ανέστη” ξεκινούν τους πανηγυρισμούς για το νέο τους προσωπικό Ρεκόρ Ελάχιστης Παραμονής στην Εκκλησία. Δώδεκα και τρία δευτερόλεπτα θα τους ακούσεις να λένε ο ένας στον άλλο “ξεκόλλα, θα φιληθούμε στο σπίτι”, δώδεκα και είκοσι δευτερόλεπτα έχουν χωνέψει ήδη τη μαγειρίτσα, δώδεκα και ένα λεπτό έχουν ξεχάσει ότι πήγαν στην εκκλησία.
Το βλέπετε το διαολεμένο που γελάει ύπουλα; Τον βλέπετε τον wannabe τζιχαντιστή που φαίνεται έτοιμος να σκαρώσει μακελειό στο προαύλιο της εκκλησίας; Αυτός είναι ο Μινέρβας. Ο βιαστής της ψυχής του κάθε κροτοφοβικού, ο λόγος που δεκάδες σκυλάκια κάθε χρόνο πεθαίνουν από ανακοπή το βράδυ της Ανάστασης. Κουβαλάει πάνω του τόση πυρίτιδα που αν υπήρχε σοβαρό κράτος θα τον πήγαινε μέσα για σύσταση τρομοκρατικής οργάνωσης. Κρύβει μινέρβες και γουρούνες ακόμα και στα ρουθούνια. Τον αναγνωρίζεις εύκολα από τα δάχτυλα των χεριών. Έχει 9.
Απάλευτος πιτσιρικάς, αναρχοαυτόνομος που όμως δεν έχει πολλές επιλογές καθότι μαμάκιας. Δεν πιστεύει και δεν θέλει να πάει στην εκκλησία, αλλά θα το κάνει απλά και μόνο γιατί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Τουλάχιστον θα το πράξει με τον δικό του τρόπο. Ή θα κάνει τα μαλλιά που εκνευρίζουν τη μάνα του ή θα φορέσει κάτι εντελώς άκυρο (όπως σκούφος του Άη Βασίλη). Στον δρόμο μέχρι την εκκλησία όλη η οικογένεια τον μπινελικώνει, ενώ μέσα σε αυτήν, κάνει αποκλειστικά και μόνο βλάσφημα αστεία, κάνοντας τους υπόλοιπους έξαλλους.
Παντού υπάρχει μια Χριστιάνα. Είναι το κορίτσι που ετοιμάζεται από τις 7 το απόγευμα για να πάει στην εκκλησία στις 23.55, μαζί με την οικογένεια φυσικά. Έχει αλλάξει ενδυμασία 3 φορές αφού ο πατέρας της δεν την ενέκρινε και τελικά φόρεσε την φούστα που έφτανε μέχρι τα γόνατα. Όταν η τελετή πλησιάσει προς τη λήξη, η Χριστιάνα θα γυρίσει τη φούστα από μέσα ώστε το ένδυμα να επιστρέψει στο ύψος του αφαλού και θα πάει για κωλοχτύπημα με τον αδερφό του Μινέρβα, σε παρακμιακό club της περιοχής.
Η συνδεσμίτισα είναι η μαμά σου, η μαμά μας, η μαμά όλων μας. Είναι στην εκκλησία από τις 3 το μεσημέρι για να πιάσει θέση δίπλα στον παπά. Ξέρει τα τροπάρια απ’ έξω κι ανακατωτά, ενώ μαζί με 5-6 ακόμη του συνδέσμου “Jesus Ultras” προσπαθούν να κρατούν την κερκίδα το ποίμνιο σε ρυθμό και σε εγρήγορση. Όταν ο ιερέας πλησιάζει στο “Τον Νυμφώνα Σου Βλέπω“, είναι έτοιμη να ανάψει καπνογόνο, αλλά δεν το κάνει για να μην τιμωρηθεί η εκκλησία. Φωνάζει τουλάχιστον 12 φορές το χαρακτηριστικό “πάμε όλοι μαζί ρε!” σε αυτούς που τους έχει πιάσει υπνηλία, ενώ προλαβαίνει να σχολιάσει και την Χριστιάνα και τον τρόπο που ντύθηκε. Τους ξέρει όλους και την ξέρουν όλοι. Είναι ο Τσουκαλάς της ενορίας της.
Μπορεί να μην τα βλέπεις, αλλά ξέρεις ότι είναι εκεί όταν θα ακούσεις επαναλαμβανόμενα τις φράσεις “Δημητρούλα πρόσεχε το μπουφάν του κυρίου” και “Γιαννάκη μην το πηγαίνεις τόσο κοντά στα μαλλιά της κυρίας“. Το ενδεχόμενο να λαμπαδιάσεις από τη λαμπάδα που κρατάει το πιτσιρίκι που στέκεται ακριβώς από πίσω σου, παίζει πολύ και καλό θα είναι να παίρνεις τα μέτρα σου. Όπως, ας πούμε, ένα διακριτικό κι απότομο τέντωμα του ποδιού σου προς τα πίσω με σκοπό να βρει το τακούνι σου το καλάμι του. Αν κλάψει, αγκάλιασέ το και πες του “μη κλαις, θα αναστηθεί ο Χριστούλης!“. Δυνατά, να σ’ ακούσει η μάνα του.
Η Σούπερ Γιαγιά είναι ένα από τα θαύματα της φύσης. Μπορεί λίγες μέρες πριν την Μεγάλη Εβδομάδα να είναι ετοιμοθάνατη, όταν όμως το Πάσχα πλησιάσει, εκείνη θα νιώθει καλύτερα από ποτέ. Θα σηκωθεί, θα βάλει τα καλά της, θα πάει στην εκκλησία και μάλιστα θα βρει και τρόπο να κάτσει σε καρέκλα, κάτι δυσκολότερο και από το να βρεις ξαπλώστρα στην Ψαρού τον Αύγουστο. Μόλις ακουστεί το “Δεύτε Λάβετε” τινάζεται σαν να την χτύπησε ρεύμα, ρίχνει αγκωνίδια σε όποιον βρεθεί στον δρόμο της και βουτάει πρώτη το άγιο φως κοιτάζοντας ειρωνικά και υπεροπτικά τους υπόλοιπους. Στα νιάτα της ήταν Συνδεσμίτισσα, σήμερα είναι η Βασίλισσα της Ακολουθίας.