50 πόντοι, 14 ριμπάουντ, 5 κοψίματα, 17 στις 19 βολές (ενώ στη διάρκεια των playoffs το ποσοστό μετά βίας έφτανε το 56%), 42 λεπτά συμμετοχής. Όλα αυτά στον τελικό που έκρινε τον φετινό τίτλο στο NBA. Όλα αυτά δεν τα είχε καταφέρει κανείς άλλος έως τώρα. Κι όμως, οι επιδόσεις του Γιάννη Αντετοκούνμπο στον 6ο αγώνα των τελικών με αντίπαλο τους Σανς δεν σηματοδοτούν το τέλος μιας διόλου ευκαταφρόνητης και μεσσιανικής διαδρομής, η οποία είχε ως επιστέγασμα το 2ο πρωτάθλημα στην ιστορία των Μπακς, το πρώτο μετά από 50 χρόνια. Οι οπαδοί των Μπακς, η πόλη του Μιλγουόκι μπορεί να είδαν αυτό. Οι υπόλοιποι ήρθαμε φάτσα με φάτσα με ένα στιγμιότυπο της ιστορίας ενός θρύλου του NBA, το όνομα του οποίου από σήμερα προστέθηκε δίπλα σε εκείνο του Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ. Είχαμε βρεθεί στην ίδια θέση, 6 μέρες πριν με εκείνη την τάπα απόκοσμης σωματικής ικανότητας, μερικές εβδομάδες πριν με τις 40αρές, μερικούς μήνες πρίν, μερικά χρόνια πριν, όταν όλο και μια νέα διάκριση ερχόταν, όταν όλο και κάποιο ρεκόρ καταρριπτόταν.
Θα ξαναβρεθούμε στην ίδια θέση.
Ανάμεσα σε πολλούς άλλους, μας το είχε επισημάνει με κλινική ακρίβεια και πατρική πραότητα, ο ίδιος ο Τζαμπάρ όταν έγραφε για τον Γιάννη στο τεύχος του TIME για τους πιο επιδραστικούς ανθρώπους του 2020: “Είμαι σίγουρος ότι ο Γιάννης θα καταρρίψει όλα τα ρεκόρ που κατέχει”.
Είναι περίπου αναπόφευκτο, ωστόσο, κάθε κουβέντα για το Γιάννη να περικλείει και τη δική μας ελληνική ερμηνεία. Όσοι, λοιπόν, το ξημερώσαμε σήμερα είδαμε και μερικά ακόμα. Για παράδειγμα, το πώς έφτασε μέχρι την κορυφή το παιδί από τα Σεπόλια, που δεν ξεχνά ποτέ τα Σεπόλια. Έπειτα, αυτό το πελώριο what if μιας ζωής αβίωτης και διωκόμενης, δίχως χαρτιά, στην περίπτωση που ο Γιάννης δεν ήταν προικισμένος με γιγαντιαία κοιτάσματα ταλέντου. Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι είδαμε να αλλάζει η ιεραρχία στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ, μετά από περίπου 4 δεκαετίες. Ο Hall of Famer Νίκος Γκάλης θα ξενύχτισε και αυτός παρακολουθώντας τον Γιάννη να οδηγεί την ομάδα του στη κορυφή.
Παρόλα αυτά, ένα σημαντικό κομμάτι συμπολιτών μας ήδη έχει σπεύσει να τοποθετήσει έναν αστερίσκο πάνω από το όνομα του Γιάννη: αλλοτέ ο αστερίσκος αφορά τις ικανότητες του (“μα δεν βάζει τρίποντα”) ή την επιλογή του να μείνει στο Μιλογουόκι. Συχνότερα αφορά την εθνική ομάδα. Είναι συνήθως οι ίδιοι που χρόνια τώρα τον λοιδορούν για το χρώμα, την καταγωγή του, το όνομα του, ο «νέγρος Γιάννης», ο «λάθρο», ο «πίθηκος». Είναι ακόμα η ίδια η ηγεσία της Ομοσπονδίας, που δεν δίστασε να έρθει σε αντιπαράθεση μαζί του όταν το 2017 δεν συμμετείχε στην Εθνική ομάδα λόγω τραυματισμού.
Μπορεί να μοιάζει παράδοξο, αλλά δεν είναι, καθώς συνιστά μια συνθήκη απόλυτα ελληνική. Ο Γιάννης δεν είναι (ακόμα) το ελληνικό μπάσκετ. Ωστόσο, για κάποιους θα πρέπει να δικαιώσει μόνος του την προσδοκία για την επιστροφή του ελληνικού μπάσκετ στις επιτυχίες, και την ίδια στιγμή θα οφείλει να αποδεικνύει ότι αξίζει να είναι κομμάτι του ελληνικού μπάσκετ. Σε μια ούτως ή άλλως παραπαίουσα εθνική ομάδα, οι οποίες αποτυχίες βαρύνουν εκείνον. Η αποστολή του και εδώ είναι μεσσιανική, αν και απείρως δυσκολότερη από την αντίστοιχη με τους Μπακς. Στη θέση του, θα έψαχνα να βρω το κινητό του Μέσι για να κάνουμε μια κουβέντα.
Το 2017, στο περιθώριο μιας τηλεοπτικής τους εμφάνισης στην Cosmote TV, ο Γιάννης και ο Θάνάσης είχαν δώσει μερικές συνεντεύξεις για το τουρνουά Αntetokounbros. Όταν εμφανίστηκε ο Γιάννης, ένιωθες αμέσως ότι ο χώρος γέμιζε με τη ζεστασιά μιας λάμψης που πήγαζε από το μέλλον. Σύμφωνοι, ήδη τότε ο Γιάννης ήταν ανάμεσα στους 10 καλύτερους παίκτες του κόσμου, δούλευε σκληρά και μόνο που έλειπε ήταν να φέρει η ροή του χρόνου την εξέλιξη των πραγμάτων. Παρόλα αυτά, ακόμα και εκείνη την εποχή, ο Γιάννης μόλις είχε καταγράψει την πρώτη του συμμετοχή στο All Star Game. Από κάπου μακριά ερχόταν ο τίτλος του MVP, ο τίτλος του καλύτερου αμυντικού, το supermax συμβόλαιο, η πρώτη νικηφόρα σειρά σε αγώνες playoffs για τους Μπακς από το 2000, το δαχτυλίδι, το βραβείο MVP των τελικών, όπως ερχόταν και το χαμένο προβάδισμα στους τελικούς της περιφέρειας με τους Ράπτορς, τα ρεκόρ νικών στη regular που έμειναν δίχως αντίκρυσμα. Το 2017 το παιδί από τα Σεπόλια ήταν ήδη μεγάλο, αλλά μέσα σε 4 χρόνια διένυσε μια διαδρομή ασύλληπτη.
Λίγο πριν πάει στο στούντιο, ο Γιάννης κοντοστάθηκε σε ένα κειμήλιο του τηλεοπτικού παρελθόντος, σε μια παλιά παροπλισμένη κάμερα. Την κοιτούσε με την έκπληξη και την περιέργεια κάθε 20άρη που αντικρύζει έναν μεταλλικό όγκο, ο οποίος χρησίμευε για την ίδια δουλειά που πλέον γίνεται με ένα κινητό. Παρελθόν και μέλλον σε μια στιγμή συνύπαρξης. Από τη μία, η εποχή των ζωντανών συνδέσεων με το Αλεξάνδρειο, οι έρημοι δρόμοι τα βράδια της Πέμπτης για τα ματς του Άρη και το «Κυρίες, δεσποινίδες και κύριοι, καλησπέρα σας» με τη φωνή του Φίλιππου Συρίγου, Από την άλλη, η εποχή του on demand, των advanced stats, των εξειδικευμένων podcasts, και των λεπτομερών box scores.
Από την μία, ο χρόνος που καθόρισε ο Νίκος Γκάλης, ο γιος των μεταναστών από την Ελλάδα που μεγάλωσε στην Νέα Υόρκη και ήρθε 23 ετών στην χώρα μας και άλλαξε το ελληνικό μπάσκετ. Από την άλλη, ο Γιάννης, ο γιος των μεταναστών από τη Νιγηρία, που μεγάλωσε στην Αθήνα και δεν είχε χαρτιά μέχρι να γίνει draft μπορεί, μαζί με αδέλφια του, να πετύχει κάτι σπουδαιότερο: να αλλάξει συνολικά το μπάσκετ στην Ελλάδα.