“Ο διαιτητής σφυρίζει τη λήξη της αναμέτρησης, αλλά η δράση δεν τελειώνει. Το highlight του σαββατοκύριακου –η στιγμή που τα όρια μεταξύ παικτών και οπαδών σπάνε– μόλις ξεκινάει. Οι παίκτες της ομάδας κατευθύνονται προς το πέταλο και με ενωμένα χέρια υποκλίνονται στους φιλάθλους τρεις φορές (με ζωντάνια και νεύρο σαν μια φορά), οι οποίοι με τέλειο συγχρονισμό ανταποδίδουν με τον ίδιο τρόπο την κίνηση των αθλητών.
Αμέσως μετά, ο οργανωτής της εξέδρας από τη βάση του ή πολλές φορές κάποιος παίκτης από την ομάδα παίρνει το μικρόφωνο ή την ντουντούκα και απευθύνεται στο κοινό λέγοντας «Gimmie an H», και μετά με την ίδια κραυγή ζητάει να του «δώσουν» ένα U, ένα M, ένα B, ένα A. HUMBA! Μετά από κάθε γράμμα όλο το πέταλο επαναλαμβάνει δυνατά. Η διαδικασία κλείνει φωνάζοντας όλοι μαζί ένα σύνθημα.
Το HUMBA ξεκίνησε από τους οπαδούς της Mainz στα μέσα του 1990. Από τότε σε κάθε γήπεδο (όχι μόνο στο ποδόσφαιρο), εκτελείται η τελετουργία του humba με μικρές παραλλαγές, αλλά η κεντρική ιδέα είναι ίδια: οι παίκτες και οι οπαδοί κάθονται κάτω, μετά χοροπηδούν και τραγουδούν όλοι μαζί. Το humba δε σημαίνει κάτι, συμβολίζει όμως κάτι πολύ σημαντικό: πως οι οπαδοί –ούτε οι παίκτες, ούτε οι προπονητές, ούτε οι παράγοντες– είναι τα πιο σημαντικά μέλη ενός αθλητικού συλλόγου“.
Αυτά τα λόγια είναι γραμμένα σε κάθε ένα από τα τεύχη που έχουν κυκλοφορήσει υπό τον τίτλο HUMBA. Αν το διαβάσεις, λύνεις και το αίνιγμα του ονόματος, που αν κινείσαι σε οπαδικά στέκια δεν γίνεται να μην γνωρίζεις. Για κάθε άνθρωπο που έχει αναπτύξει ερωτική σχέση με μια ομάδα στη ζωή του, τότε δίχως άλλο το HUMBA, είναι αυτό που περιμένεις, με καρδιοχτύπι μια φορά περίπου κάθε τρίμηνο. Αν είσαι συνδρομητής, θα σκάσει μύτη στην πόρτα σου. Αν είσαι φανατικός αναγνώστης από την άλλη το βρίσκεις σε δεκάδες σημεία, σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη κι επαρχία ή το παραγγέλνεις από το βιβλιοπωλείο σου. Μέσα από τις σελίδες του, τα 10 αυτά χρόνια, έχει ξεπηδήσει κάθε ενδιαφέρουσα ιστορία από τον χώρο του αθλητισμού, που δεν έβρισκε χώρο να περάσει από αθλητικές εφημερίδες και sites με clickbait τίτλους.
Δεν ήταν πάντα για δαφνοστεφανωμένους πρωταθλητές και τροπαιούχους, για κάτοχους παγκοσμίων ρεκόρ. Έπαιρνε φωνή από την κερκίδα κι ακολουθούσε την οπαδική κουλτούρα, που η πολιτική ορθότητα και πάσης φύσεως εξουσία έχει βάλει στο μάτι, φορτώνοντας της, όλα τα δεινά του αθλητισμού. Το HUMBA με ταξίδεψε όλο αυτόν τον καιρό από την Παλαιστίνη μέχρι την Ουγκάντα κι από την Ινδία μέχρι κάθε γωνιά αυτού του πλανήτη, που κλωτσούν μια ραμμένη δερματόμπαλα. Με πήρε από το χεράκι και μου σύστησε γήπεδα που ακόμη φυτρώνουν και βγάζουν ρίζες, σε κάθε πιθανό κι απίθανο σημείο δίπλα μας.
Μου έμαθε πράγματα που δεν χωράνε σε 3 εγκυκλοπαίδειες για το πολιτικό και κοινωνικό νόημα των σπορ, όσο στόκαρα βιβλία, ταινίες και δίσκους που μιλούν για όλα αυτά που μας ενώνουν σαν οπαδούς κι ας φοράμε αντίπαλες φανέλες. Θυμήθηκα αλάνες, χαρτάκια πανίνι, σουμπούτεο κι έμαθα για ανθρώπους που συλλέγουν μανιωδώς κάθε τι που έχει πάνω το έμβλημα της αγαπημένης του ομάδας. Έκανα groundhopping σε όλη τη γη κι είδα ότι στις ερασιτεχνικές κατηγορίες κρύβεται η θέα. Τα καλοκαίρια μάλιστα έφτιαξα και γκαρνταρόμπα με τόσα επικά t-shirt. Πιο πολύ από όλα όμως έσφιγγα με τη γροθιά μου το κασκόλ μου κάθε φορά που πήγαινα γήπεδο, βγάζοντας όση φωνή κρύβανε τα πνευμόνια μου, ενώ εκείνο συνέχιζε να κυματίζει, δεμένο γύρω από το χέρι μου.
Χαρούμενα 10 εύχομαι λοιπόν, εμπρός και για τα 20 τώρα!