Αν αναλογιστεί κανείς τι (δωρεάν) τηλεόραση απολαμβάνει σήμερα ο μέσος Έλληνας, είναι μάλλον προκλητικό να μιλάμε για “σάπια” tv των ’90s. Απ’ την άλλη μεριά βέβαια, είναι μια καθαρή αλήθεια ότι το “κουτί” τη δεκαετία του ’90, είχε μπόλικα διαμάντια, μα ήταν και μέσα στην καλτίλα (που ακόμη τότε δεν ξέραμε ότι είναι τέτοια). Κάπου εκεί ανάμεσα λοιπόν, με την ψυχή τους καθαρό διαμάντι αλλά με σενάρια και ρούχα βγαλμένα απ’ τις πιο βαθιές στιγμές του καλτ, ζούσαν οι “αρχαιοελληνικές” σειρές της Νέας Ζηλανδίας. Δηλαδή, ο Ηρακλής κι η Ζήνα.
Ποτέ μου δεν τις αγάπησα όπως άλλοι. Θες που γούσταρα πολύ τους αρχαίους μύθους, και μου την έδινε που ο Ηρακλής ήταν ξυρισμένος με το προσεγμένο μαλλί του Κουτσογιαννόπουλου; Θες που είχα μεγαλώσει με τον επαγγελματισμό της Ντίσνεϋ, και μου χτυπούσε στο μάτι άσχημα το πρόχειρο σκηνικό και το φελιζόλ όπλο; Ο,τι θες βάλε, κι ωστόσο τ’ ομολογώ. Τα ‘βλεπα! Και να σου πω γιατί; Γιατί ο Κέβιν Σόρμπο ο Χέρκουλες ήταν μεγάλη τυπάρα, αλλά κυρίως γιατί…
…η Ζήνα μας, ήταν η Λούσι Λόλες!
Κι αυτό έχει μπόλικη σημασία αφού, πώς να το κάνουμε, η Ζήνα δεν ήταν Ηρακλής. Δεν τη συμπαθούσες από πριν, δεν ήξερες πάνω-κάτω το στόρι της, δεν σε είχε κερδίσει με γκολ από τ’ αποδυτήρια. Ο Σόρμπο ερχόταν με όνομα βαρύ σαν… μυθολογία, και με παρεάκι που ήδη ξέρεις: τον ανηψιό του το Γιάννη Μαυρέα τον Ιόλαο, τη μητριά την Ήρα που τον κυνηγάει χωρίς να φταίει, γενικά μη φλυαρώ χωρίς λόγο, γνωστό το στόρι, γνωστό το ρόστερ. Στη Ζήνα όμως;
Μια κάποια αμαζόνα πριγκίπισσα. Που μέχρι πρότινος ήταν απλώς “γκεστ σταρ” στον Ηρακλή. Ντάξει, μπορεί να περνούσε για καλό πρότζεκτ στη Νέα Ζηλανδία, αλλά ήταν ψιλοκαταδικασμένο ν’ αποτύχει στον υπόλοιπο κόσμο. Αλλά… Τι αμαζόνα ήταν αυτή το Δία μου μέσα; Και δηλαδή…
…πώς να μη γίνει φανατικός Ζήνα-φαν ο πιτσιρίκος που έβλεπε τη Λούσι στα δερμάτινα κάθε απόγευμα;
Ματάρες γαλάζιες απ’ τη μια, αλλά ούτε προκλητικές, ούτε ρομαντικές, ούτε αθώες. Μέσα στο βλέμμα της Ζήνα, η παιδική ψυχούλα σου μπορούσε να δει την παλικαριά του ήρωα που κάνει το σωστό έχοντας πάρει και μισή ντουζίνα χιλιάδες κομπάρσους στο λαιμό του. Απ’ την άλλη σωματάρα, μα ούτε ανορεξικά αδυνατίσματα, ούτε πολλές-πολλές γραμμώσεις, όπως θα περίμενες απ’ την αμαζόνα που ζει πολεμώντας. Όχι, η Ζήνα ήταν μπαμπάτσικη και γυναικάρα. Ήταν μια Ρένια Λουιζίδου στ’ αγγλικά, και μπράβο της!
Μοιραία λοιπόν, παρότι το σενάριο έμπαζε από παντού και το μοντάζ ήταν μετριότατο (που λέει κι ο Μάκης ο Κοτσάμπασης), όλα τα συγχωρούσες όσο η Λούσι έκανε ανάποδες κωλοτούμπες κι έκοβε λαιμούς μ’ εκείνο το στρόγγυλο… μπούμερανγκ! (Ωκεανία είσαι, αφού). Κι αν με ρωτάς, στάνταρ υπάρχει κάμποσος κόσμος εκεί έξω που ήρθε σ’ επαφή μ’ αυτό το sci-fi έπος που λέγεται Battlester Galactica εξαιτίας της Ζήνα που πια τη λέγανε Κάπρικα Τρία. Κι επίσης, γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε, τους Σπάρτακους δεν θα τους έβλεπα ποτέ άμα δεν μου ‘χαν πει πως: “Δες τους ρε λέμε, παίζει κι η Ζήνα με κόκκινο μαλλί!“. Τους είδα. Την είδα. Είχε μεγαλώσει. Αποθέωση!
Οπότε, χρόνια μετά, έχοντας πια αποφασίσει πως η Ζήνα ήταν όντως ψιλομπούρδα και το Σπάρτακος αξίζει μόνο σαν τζούρα μεθαδόνης ανάμεσα στις σεζόν του Game of Thrones (αίμα και σεξ, ξέρεις…), συνεχίζω να κάνω χωρίς μπερδέματα πια το διαχωρισμό:
Η σειρά μπορεί να είναι μέτρια, αλλά η Λούσι θα ‘ναι πάντα Λούσι!
Και θα της χρωστάμε τ’ απογεύματά μας, εκείνης της εποχής που ήταν αυτή ή ο Φώσκολος. Πριν μας χτυπήσει την πόρτα η ενηλικίωση της καλής ξενόγλωσσης τηλεόρασης, πριν το House του Χιού Λόρι και της Κάντι (με την οποία θα καταπιαστώ σ’ άλλο επεισόδιο), εμείς είχαμε “επεισόδιο”, είχαμε Ζήνα, είχαμε… ορεξούλες!
Λούσι, στην υγειά σου, μάνα μου!