Το γεγονός ότι η Τήνος έχει καθιερωθεί ως η ναυαρχίδα του θρησκευτικού τουρισμού της χώρας, είναι ένα δεδομένο που τα τελευταία χρόνια αρχίζει σιγά-σιγά να αλλάζει.
Και προφανώς δεν εννοώ ότι έχει μειωθεί ο αριθμός όλων εκείνων που προσέρχονται στο προσήνεμο κυκλαδονήσι για να προσκυνήσουν την εικόνα της Μεγαλόχαρης στον Ιερό Ναό της Ευαγγελιστρίας, στην Παναγιά της Τήνου όπως έχει καθιερωθεί να ονοματίζουμε.
Αυτό που λέω είναι ότι πλέον ακούς ολοένα και περισσότερους ανθρώπους εκεί έξω να σου λένε ότι θα μπουν στο καράβι για την Τήνο, είτε για μια διήμερη απόδραση, είτε για να περάσουν στο νησί κάμποσες ημέρες από το απόθεμα της καλοκαιρινής τους άδειας.
Η Τήνος έχει μπει για τα καλά στο χάρτη για μια σειρά από λόγους. Μερικούς από αυτούς μόνο, πρόλαβα να ανακαλύψω σε μια επίσκεψη 27 περίπου ωρών…
Εν αρχή είναι ο εμβληματικός ναός. Η παράδοση αναφέρει πως χτίστηκε στο σημείο όπου η Αγία Πελαγία οραματίστηκε ότι βρισκόταν θαμμένη η εικόνα της Παναγίας. Οι ανασκαφές του 1823, οι οποίες έφεραν στο φως την θαυματουργή εικόνα, προκάλεσαν κύμα ενθουσιασμού σε Τηνιακούς και όχι μόνο Έλληνες, οι οποίοι εν μέσω της εθνεγερσίας βρήκαν ένα ακόμη θρησκευτικό αποκούμπι. Οι εργασίες για την ανέγερσή του ξεκίνησαν άμεσα, ωστόσο έπρεπε να περάσουν περί τα 57 χρόνια για να λάβει την τελική, σημερινή του μορφή.
Έκτοτε, αποτελεί πόλο έλξης για όλους εκείνους που πιστεύουν ότι μπορούν να εναποθέσουν ελπίδες και όνειρα στην Παναγία, η εκπλήρωση των οποίων ανταποδίδεται με την καθιερωμένη γονατιστή ανάβαση του ανηφορικού πλακόστρωτου δρόμου που ξεκινάει από το παλιό λιμάνι.
Η αναπαραστατικότητα του αγάλματος που βρίσκεται μερικά μέτρα μακριά από την κύρια είσοδο του ναού, σε άμεση συνάρτηση με το μέγεθος της πίστης των γονυπετών.
Κι αν η Παναγιά της Τήνου αποτελεί το θρησκευτικό ορόσημο, το μνημείο που στέκει στον εσωτερικό λιμενοβραχίονα για να υπενθυμίζει τον τορπιλισμό του καταδρομικού “Έλλη” το Δεκαπενταύγουστο του 1940, δεν είναι παρά το εθνικό ορόσημο του κυκλαδίτικου νησιού.
Στα της καθημερινής ζωής του νησιού τώρα.
Εντύπωση προκαλεί η αίσθηση του… συγυρίσματος που επικρατεί όχι μόνο στους βιτρινάτους δρόμους, αλλά και στα επιμέρους σοκάκια. Ταβέρνες, καφετέριες, ουζερί, λουκουματζίδικα, ό,τι λαχταράει η ψυχή σου. Και το στομάχι σου.
Για τη χώνεψη και για την τέρψη των ματιών σου, επιβελημένη η βόλτα μέχρι το μνημείο για τους ήρωες των Βαλκανικών Πολέμων, καμιά πεντακοσαριά μέτρα από το παλιό λιμάνι.
Βουρ στο αμάξι, πρώτη, δευτέρα, τρίτη και μετά από 27 χιλιόμετρα θα βρεθείς εδώ, στο βορειοδυτικό μέρος του νησιού, στο χωριό Πάνορμος.
Το βλέπετε το ταβερνάκι στα δεξιά;
Αυτό είναι το “Λιμανάκι“.
Και αυτή είναι η θέα που θα έχεις από το τραπέζι του όσο το ούζο θα καίει τον ουρανίσκο σου, για να πάει να κάνει συντροφιά στο ψητό καλαμάρι, το ξιδάτο χταπόδι, το σαγανάκι με τα μύδια, τους χορτοκεφτέδες…
Επιστρέφοντας από την ουζοποσία, κάναμε μια στάση στο γραφικότατο κεφαλοχώρι της Τήνου, τον Πύργο. Φιλόξενος ο γεροπλάτανος, κάτσαμε στη σκιά του και τσιμπήσαμε στα γρήγορα μια τάρτα φράουλα (αχνοφαίνεται όσο ήταν ακόμα ζωντανή), μια λεμονόπιτα και δυο μπουκωμένες ως τα μπούνια κρέπες.
Ο Πύργος ήταν η γενέτειρα του Γιαννούλη Χαλεπά, του ημίτρελου γλύπτη που άφησε ιστορία ως ο περιφημότερος του είδους του στη σύγχρονη Ελλάδα. Μια ανάσα, στην εξώπορτα του σπιτιού του.
Και μια ανάσα από το (τσαμπουκαλεμένο η αλήθεα είναι) κύμα. Στην Υστέρνια.
Πέντε λεπτά δρόμος από τον Πύργο, τελευταία στάση πριν γυρίσουμε στην πόλη της Τήνου. Καφέ στο “Μαγαζί“, παρέα με τον κύριο που βλέπετε να μπλέκεται μέσα στα πόδια μας.
Έχει κι άλλα πολλά να απολαύσεις στην Τήνο. Mέρες να έχεις, εγώ δεν είχα.
Όπως, ας πούμε, αυτήν εδώ. Την παραλία της Κολυμπήθρας. Αγαπημένη των σέρφερς και του δικού μας σανιδολάγνου Λουκά Μέξη (ο οποίος και μου έστειλε τη φωτογραφία).
Ή το χωριό Βωλάξ με τους διάσπαρτους γρανιτικούς όγκους. Ότι πιο κοντινό σε σεληνιακό τοπίο μπορείς να βρεις στη Ελλάδα (λένε).
Kι ότι χάσαμε λόγω έλλειψης χρόνου, το κερδίσαμε από τη “γεμάτη” διαμονή μας στο Crossroads Inn στο χωριό Τριπόταμος. Εκεί όπου έλαβε χώρα ένα εντυπωσιακό εγχείρημα, μέσα από την αναπαλαίωση ανεξάρτητων καταλυμάτων που έδωσαν νέα πνοή και χαρακτήρα στον μέχρι τότε εγκαταλελειμένο οικισμό. Απόδειξη ότι ο τουριστικός κλάδος μπορεί να απογειωθεί όταν συνοδεύεται από μεράκι. Κι από αυτό το τελευταίο, ξεχειλίζει κάθε γωνιά του Crossroads Inn που μας προσέφερε απλόχερα “σπιτίσια” φιλοξενία και την αίσθηση του συνανήκειν…
Εις το επανιδείν!