Λίγοι άνθρωποι κατάφεραν στη διάρκεια της ζωής τους να εμπνεύσουν τόσο φόβο όσο ο Χέρμαν Γκέρινγκ, δεξί χέρι του Χίτλερ, συμπαραστάτης του στη μακρά πορεία ως τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας, εγκληματίας πολέμου και καταχραστής κατά σύστημα και κατ’ εξακολούθηση.
Όμως, ο Γκέρινγκ, ήρωας του Α’ παγκόσμιου πολέμου και ένθερμος θιασώτης του εθνικοσοσιαλισμού, είχε και μία πιο «ευαίσθητη» πλευρά. Έτρεφε ένα ασίγαστο πάθος για την τέχνη, το οποίο τροφοδοτούσε από τις συλλογές των εχθρών του καθεστώτος, πραγματικών και φανταστικών –αν δώσουμε βάση στις φήμες που συνόδευαν τη δράση του, η άρνηση του οποιουδήποτε να αποχωριστεί έναν αγαπημένο πίνακα ισοδυναμούσε με καταδίκη σε θάνατο.
Το πάθος του Γκέρινγκ για την τέχνη είχε ως συνέπεια τη συγκέντρωση μιας απίστευτης συλλογής αμύθητης αξίας, η οποία στεγάζονταν στην εξοχική κατοικία του λίγο έξω από το Βερολίνο. Μάλιστα, μετά την κατάρρευση των μετώπων, ενώ τα συμμαχικά στρατεύματα βρίσκονταν καθ’ οδόν προς την πρωτεύουσα του 3ου Ράιχ, ο Γκέρινγκ επικέντρωσε τις προσπάθειές του στη φυγάδευση της συλλογής του. Φόρτωσε τα έργα σε ιδιωτικά τρένα και προσπάθησε να τα διοχετεύσει με κατεύθυνση την Αυστρία.
Τα τρένα της μεγάλης φυγής έπεσαν, όπως, ήταν αναμενόμενο, στα χέρια των συμμάχων. Ακολούθησε μια πρώτη καταγραφή και ταξινόμηση των έργων ώστε να αποδοθούν, όταν και εφόσον αυτό θα γινόταν δυνατόν, στους δικαιούχους. Όμως, η καταγραφή ήταν ατελής. Για λόγους που δεν αποσαφηνίζονται, πολλά έργα παράπεσαν, άλλα έγιναν αντικείμενα συναλλαγής, ορισμένα απλά εξαφανίστηκαν. Φυσικά, έγιναν και λάθη.
Σύμφωνα με τους αρχικούς υπολογισμούς τα έργα της συλλογής του Γκέρινγκ ήταν περίπου 1.300. Όμως, όπως απέδειξε η Νάνσι Γέιντ, διευθύντρια του τμήματος πιστοποίησης της Εθνικής Πινακοθήκης της Ουάσινγκτον, το πραγματικό νούμερο είναι πιο κοντά στο 2.000.
Για να καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα, η Γέιντ μελέτησε εξαντλητικά τα σχετικά αρχεία της στις ΗΠΑ και τη Γερμανία, την αλληλογραφία του Γκέρινγκ, καταλόγους εκθέσεων και δημοπρασιών. Ο όγκος των πληροφοριών που έπρεπε να επεξεργαστεί ήταν τόσο μεγάλος ώστε χρειάστηκαν επτά ολόκληρα χρόνια για την ολοκλήρωση του έργου.
Ποιου έργου, θα πείτε. Στόχος της ήταν να καταρτίσει έναν πλήρη και αναλυτικό κατάλογο των έργων της συλλογής, ο οποίος θα χρησίμευε ως οδηγός για τους ερευνητές και τους υπεύθυνους των μουσείων. Ο εν λόγω κατάλογος κυκλοφορεί σε έναν εξαιρετικά ενδιαφέροντα τόμο υπό τον τίτλο «Beyond the Dreams of Avarice: The Herman Goering Collection» από τον εκδοτικό οίκο Laurel Publishing. Σε αυτόν περιέχονται πληροφορίες που είδαν εκεί για πρώτη φορά τα φώτα της δημοσιότητας. Για παράδειγμα ότι τα έργα του Ματίς «Νεκρή φύση με κοιμώμενη γυναίκα και πιανίστα» και «Παίκτες ντάμας» ανταλλάχθηκαν από τον Γκέρινγκ με το ασήμαντο αναλογικά πίνακα του Ολλανδού ζωγράφου του 17ου αιώνα Γιαν Βαν Νεκ «Ανακλινόμενο γυμνό με Έρωτα».
Ο Χέρμαν Γκέρινγκ αυτοκτόνησε στις 15 Οκτωβρίου του ’46 στις φυλακές όπου κρατείτο. Είχε ήδη καταδικασθεί θάνατο όμως πρόλαβε και πήρε την τύχη του στα χέρια του. Η κληρονομιά που άφησε πίσω του είναι ένα μπερδεμένο κουβάρι φρίκης και παράνοιας καθώς και δεκάδες δικαστικές υποθέσεις για την επιστροφή έργων που άρπαξε, οι οποίες εκκρεμούν ακόμα σε διάφορες χώρες του κόσμου.