Ήταν ένα ανοιξιάτικο βράδυ πριν από πέντε περίπου χρόνια, όταν στο Pacific Monte Carlo της Κηφισιάς, μια μικρή παρέα επιχειρηματιών συνομιλούσε με τον ιδιοκτήτη του σικ όσο και πανάκριβου εστιατορίου, κύριο Γιώργο Τσαγκαμίλη.

Τον άνθρωπο που συνελήφθη τον Μάρτιο του 2012, για χρέη ύψους 2.200.000 ευρώ προς το δημόσιο, εξαιτίας της πάλαι ποτέ συμμετοχής του στην εταιρία ένδυσης Artisti Italiani, και έφυγε τελικά από την Ελλάδα για να επιστρέψει στο πριγκιπάτο, χωρίς να ειδοποιήσει σχεδόν κανένα.

Και γιατί να το κάνει άλλωστε; Η επαγγελματική του επιστροφή στην Ελλάδα, με έναν χώρο που ελάχιστοι είχαν ξαναδεί σαν στήσιμο και άποψη, όπου συνέρρεαν όλα τα βόρεια προάστια, δεν βγήκε τελικά σε καλό για έναν άνθρωπο που σπάνια ανοιγόταν και μιλούσε για τον εαυτό του.

Εκείνο το βράδυ μεταξύ λεπτών γεύσεων όπως τα καλαμαράκια Παταγωνίας και το περίφημο μαύρο φιλέτο βακαλάου Αλάσκας, ο 52χρονος τότε επιχειρηματίας, ανοίχτηκε έχοντας ευθυμήσει και μίλησε για κάποιες από τις στιγμές της ζωής του. Εστίασε στην γνωριμία του με τον διάσημο σχεδιαστή Φίλιπ Σταρκ και την συνεργασία τους στο Παρίσι, χωρίς όμως να μπει σε λεπτομέρειες, στις καλές του σχέσεις με Ρώσους ολιγάρχες και στα μέλη του διεθνούς jet set που περνούσαν την είσοδο του Pacific Monte Carlo στο Μονακό.

Μετά, έτσι ξαφνικά όπως ανέλυε τις γαστριμαργικές προτιμήσεις του Μπραντ Πιτ και της Αντζελίνας Τζολί, του Μπόνο των U2 και του Στινγκ που είχαν τιμήσει το εστιατόριό του στο Μονακό, απλά σταμάτησε να μιλάει για τον εαυτό του. «Τυχερή ήταν η ομήγυρη εκείνο το βράδυ. Ο Γιώργος μίλησε πολύ περισσότερο απ’ ότι συνηθίζει», έλεγε λίγες ημέρες αργότερα άνθρωπος που έχει γνωρίσει καλά τον ευκατάστατο επιχειρηματία. Έναν άνθρωπο που απέφευγε να μιλάει για τον εαυτό του και τις πολλαπλές εμπειρίες που έζησε, ταξιδεύοντας σχεδόν παντού.

Το σήμα κατατεθέν του την εποχή του ελληνικού Pacific στην Κηφισιά του 2007, ήταν η εκπληκτική Aston Martin του με ξένες πινακίδες, την οποία πηγαινόφερνε από το Μονακό στην Αθήνα. Γεννημένο χρηματιστή τον αποκαλούν, αφού σύμφωνα με τα λεγόμενα ανθρώπων που τον έζησαν από κοντά, είχε στήσει ένα fund μαζί με Ρώσους στο Μονακό, επενδύοντας σε ομόλογα και μετοχές. Τα λεφτά που κέρδισε -ήταν πάρα πολλά- τον βοήθησαν να ζήσει μια ζωή πολύ έντονη, με πολλά ταξίδια στο εξωτερικό, έχοντας σαν βάση του πάντα το μικροσκοπικό πριγκιπάτο, εκεί όπου διατηρεί ένα υπέροχο σπίτι.

Λάτρεψε πόλεις σαν τη Νέα Υόρκη, γύρισε πολύ τον κόσμο και ασχολήθηκε -με την οδυνηρή όπως αποδείχτηκε τελικά εμπλοκή του που τσαλάκωσε την άψογη εικόνα του- ακόμα και με την ένδυση, όταν μπήκε στην Artisti Italiani το 1993, έχοντας συνεταίρο τον μετέπειτα αντίδικό του κ. Αχιλλλέα Μπακαρό. Σε μια κοινή τους συνέντευξη τα λόγια του κ Τσαγκαμίλη τον Φεβρουάριο του 2006 σε κυριακάτικη εφημερίδα μόνο προφητικά δεν αποδείχτηκαν: «Δεν έχω σκεφτεί ποτέ ότι θα χωρίσουμε. Το μόνο που μπορώ να φανταστώ είναι δυο γερόντια να διηγούνται μετά από χρόνια όσα έζησαν μαζί. Σαν τον Τζακ Λέμον και τον Γουόλτερ Ματάου στην ταινία “Αταίριαστο ζευγάρι”», τόνιζε με έμφαση.

Τελικά το «Αταίριαστο ζευγάρι» μετατράπηκε σε «Εχθροί προ των πυλών» μόλις ένα χρόνο αργότερα όταν ξεκίνησαν σκληρές δικαστικές διαμάχες με εκατέρωθεν κατηγορίες για εταιρίες-μαϊμούδες, φορολογικούς παραδείσους και χαμένα δισεκατομμύρια που πέταξαν από τα ταμεία της Artisti Italiani. Ο κ. Τσαγκαμίλης δεν θέλει καν να θυμάται εκείνα τα χρόνια. Για την ακρίβεια τα είχε αφήσει για πάντα πίσω του μέχρι την ημέρα της σύλληψής του για χρέη της παλιάς του εταιρίας.

Οι σεφ του Nobu, οι διάσημοι και η μετάλλαξη.

Λάτρης του καλού φαγητού, των καλών κρασιών και των πούρων Αβάνας, τα οποία απολάμβανε πάντα μετά το δείπνο του, αποφάσισε το 2004 να ανοίξει ένα glam εστιατόριο στο Μονακό κάνοντας το χόμπι του -το καλό φαγητό- επάγγελμα. Το στέγασε στο κτήριο Le Metropole, στο νούμερο 17 της Avenue de Spelugues που βρίσκεται στην περίφημη κλειστή στροφή του ομώνυμου αγώνα της Formula 1, το οποίο αποτελεί κάθε χρόνο πόλο έλξης για jet setters από όλο τον κόσμο.

Οι φήμες λένε ότι επιμελήθηκε την διακόσμηση ο πολύς Φίλιπ Σταρκ προσωπικά, ενώ για την κουζίνα ο κ. Τσαγκαμίλης δεν δίστασε να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη του. Προσέλαβε δύο σεφ από το Nobu του Λονδίνου και έναν από το ομώνυμο εστιατόριο στο Μαϊάμι, ενώ πήρε άλλον ένα σεφ από το Umu της βρετανικής πρωτεύουσας.

Μπορεί στην αρχή διάσημοι σταρ σαν τη Μαντόνα και το ζεύγος Μπραντζελίνα μεταξύ άλλων να απόλαυσαν σασίμι και νιγκίρι ή το περίφημο black code από την Αλάσκα, η συνέχεια όμως δεν ήταν η ανάλογη, σε ότι έχει να κάνει με τους σταρ, που ούτως ή άλλως αλλάζουν εύκολα στέκια. Τα τελευταία χρόνια, η πελατεία του εστιάζεται κυρίως σε Ρώσους επιχειρηματίες που καταφτάνουν συνοδευόμενοι από δίμετρες καλλονές και μικρές στρατιές σωματοφυλάκων.
 


 

Ο κ. Τσαγκαμίλης, θέλοντας να μοιράζει τον χρόνο του μεταξύ Μόντε Κάρλο και Αθήνας λόγω των δύο παιδιών που απέκτησε από έναν γάμο που δεν ευτύχησε, αποφασίζει το 2008 να φέρει το Pacific Monte Carlo και στην Αθήνα. Επιλέγει το οίκημα που στέγαζε το παλιό Beau Brummel, το οποίο μεταμορφώνεται κυριολεκτικά σε ένα ultra μοντέρνο εστιατόριο. Οι αυτόματες πόρτες και το τεράστιο ενυδρείο της εισόδου, το μεγάλο μπαρ και ο prive χώρος για τα σημαίνοντα πρόσωπα στον επάνω όροφο έδιναν το στίγμα που ήθελε. 





Δυστυχώς η πορεία του εγχειρήματος που ξεκίνησε δυναμικά, δεν ήταν ανάλογη των προσδοκιών του επιχειρηματία, ο οποίος δεν μπόρεσε να του δώσει την αρχική αίγλη που είχε το άλλο του «αδερφάκι» στο Μονακό. Οι ακριβές τιμές του αλλά και οι ανύπαρκτες κατά πολλούς δημόσιες σχέσεις του κ Τσαγκαμίλη, έφεραν σταδιακά και σχετικά γρήγορα την πτώση του εστιατορίου, το οποίο έκλεισε, το ίδιο ξαφνικά όπως άνοιξε.

Πληροφορίες κάνουν λόγο για ανοιχτές οικονομικές εκκρεμότητες του επιχειρηματία, που επέστρεψε στο Μόντε Κάρλο και τώρα κάνει μια νέα αρχή στο εκεί Pacific, αλλάζοντας την διακόσμηση αλλά και την κουζίνα, εντρυφώντας μετά το σούσι στο γκριλ και σε κρέατα άριστης ποιότητας. Ταυτόχρονα με αυτές τις κινήσεις, προσέλαβε και έναν μετρ από το διάσημο κλαμπ Jimmy’s, με σκοπό να επιστρέψουν οι διάσημοι πελάτες στο μαγαζί του. 



 

Μετά την σύλληψή του και την τακτική δικάσιμο που ορίστηκε, ο κ. Τσαγκαμίλης αφέθηκε ελεύθερος και πήγε κατευθείαν στην μεζονέτα που κατοικεί στην Νέα Ερυθραία, πριν φύγει έτσι ξαφνικά για το Μονακό, το μέρος που λάτρεψε, για να δώσει στο εστιατόριό του την χαμένη του αίγλη.

Ίσως αν όλα πάνε καλά, λένε κάποιοι, να κερδίσει πίσω και την δική του προσωπική ηρεμία, που διαταράχτηκε από παλιές επαγγελματικές αμαρτίες, τις οποίες πλήρωσε χρόνια μετά…