Ένα βράδυ στα τέλη του περασμένου Μαρτίου, το ακροδεξιό, αντι-ισλαμικής κατεύθυνσης, ολλανδικό πολιτικό κόμμα PVV (Κόμμα για την Ελευθερία) διοργάνωνε μια προ-(ευρω)εκλογική συγκέντρωση στη Χάγη. Την πόλη που φέρει και το προσωνύμιο “παγκόσμια πρωτεύουσα της ειρήνης και της δικαιοσύνης”. Ο “πολύς” κύριος Geert Wilders, λαλίστατος πρόεδρος του εν λόγω κόμματος, με φόντο μια τεράστια Ολλανδική σημαία και μπαλόνια στα εθνικά χρώματα, μπλε, άσπρο και κόκκινο, απευθύνθηκε στους υποστηρικτές τους ρωτώντας τους ρητορικά : “Σε αυτή την πόλη, και σε ολόκληρη την Ολλανδία, θέλετε περισσότερους ή λιγότερους Μαροκινούς;” Οι συγκεντρωμένοι αναφώνησαν “Minder, minder!” (“Λιγότερους! Λιγότερους!”). Ικανοποιημένος από την απάντηση, ο Ολλανδός πολιτικός, που ειρωνικά έχει ρίζες στη μακρυνή, μουσουλμανική και πρώην Ολλανδική αποικία, Ινδονησία, προσέθεσε: “Αυτό θα το κανονίσουμε.”
O προκλητικός κύριος Wilders κατάφερε και πάλι να στρέψει επάνω του τα βλέμματα όλης της Ευρώπης. Τεράστιο το κύμα αντιδράσεων στα ΜΜΕ και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθως και οι μηνύσεις και καταγγελίες απο πολίτες. Δεν έλειψαν και αποχωρήσεις στελεχών απο το ίδιο του το κόμμα, στελέχη τα οποία θεώρησαν ότι με αυτές τις δηλώσεις είχε ξεπεράσει πλέον και τα ίδια του τα όρια.
O Wilders με τις δηλώσεις του επιτέθηκε περίπου στο 2,20% του πληθυσμού της χώρας του, έναν πληθυσμό Ολλανδών πολιτών Μαροκινής καταγωγής και νομίμων μεταναστών, στη χώρα όπου η παράνομη μετανάσταση αντιμετωπίζεται με αυτόματη απέλαση. Τα κοινωνικά δίκτυα πλημμύρισαν με selfies Ολλανδών πολιτών Μαροκινής καταγωγής όπου επιδείκνυαν το Ολλανδικό τους διαβατήριο, συνοδεύοντάς τις με το hashtag #bornhere.
Δυο μήνες αργότερα, στα τέλη Μαϊου, το Κόμμα για την Ελευθερία εκθρονίστηκε από τη δεύτερη θέση που είχε κατακτήσει στις προηγούμενες ευρωεκλογές, πέφτοντας στην τρίτη θέση με μια μείωση 3,5% στα ποσοστά του, διατηρώντας παρόλα αυτά τις τέσσερις έδρες του στο Ευρωκοινοβούλιο. Η Μαρίν Λε Πεν σίγουρα περίμενε ένα καλύτερο αποτέλεσμα από το σύμμαχό της. Η ήττα οφείλεται στις ακραίες αυτές δηλώσεις; Ή μήπως και στην υποχώρηση του νοτιοφοβικού μένους που μέχρι πριν ενάμιση περίπου χρόνο χαρακτήριζε τα Ολλανδικά ΜΜΕ;
Δυο-τρεις χειμώνες πριν, το να δηλώνεις Έλληνας στην Ολλανδία δεν θα χαρακτηριζόταν και ως η συνταγή της επιτυχίας. Μεσούσης της κρίσης του Ευρωπαϊκού Νότου, όταν στο καθημερινό λεξιλόγιο επικρατούσαν όροι όπως spread, ευρωομόλογα, ανακεφαλαιοποίηση και κούρεμα, πολύ περισσότερο απ’ όσο τώρα, ο Τύπος στις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά (και όχι μόνο) είχε εξαπολύσει ομαδόν μια δριμύτατη επίθεση κατά της Ελλάδας. Κάθε ρατσιστικό κατάλοιπο στην κοινή γνώμη υποδαυλίστηκε από τον Τύπο με αποτέλεσμα ένα άνευ προηγουμένου ξεσηκωμό της κοινής γνώμης κατά, όχι μόνο της ελληνικής οικονομίας, αλλά της Ελλάδας και του Νότου (ή αλλιώς “Χωρών του Σκόρδου”) εν γένει: κατά του ήθους, της νοοτροπίας και της συμπεριφοράς των Ελλήνων πολιτών. Οι Έλληνες ως περίγελως, αποδιοπομπαίοι τράγοι της ευρωπαϊκής κρίσης και αξιολύπητοι ταυτόχρονα, καυτηριαζόμασταν ακόμα και για τις αθλητικές μας επιδόσεις: άρθρο στις αθλητικές σελίδες της εφημερίδας metro που διανέμεται δωρεάν είχε λοιδωρήσει χωρίς οίκτο Ελληνα ποδηλάτη που είχε εγκαταλείψει έναν ποδηλατικό γύρο λίγα λεπτά μετά την εκκίνηση. Ο ανθελληνισμός πουλούσε…
Οι ερωτήσεις, τα καυστικά σχόλια, ακόμα και οι ευθείες επιθέσεις από γνωστούς και συναδέλφους ήταν σε καθημερινή διάταξη: “Να σου αγοράσω μια μπύρα που είσαι Ελληνας και δεν έχεις;”, “Θα προλάβουμε να κλείσουμε το συμβόλαιο ή θα φύγουν όλα τα λεφτά μας για Ελλάδα;”, “Είναι αλήθεια αυτά που διαβάζω, ότι στην Ελλάδα οι άνθρωποι πεθαίνουν στους δρόμους;”, “Να πάω διακοπές στα νησιά ή θα βγείτε απ’ το ευρώ και δεν θα μπορέσω να τραβήξω χρήματα από το ΑΤΜ;”. Εμείς οι Έλληνες από την πλευρά μας (αφού πήραμε μια μικρή πικρή γεύση του πως μπορεί να αισθάνονται οι μετανάστες στην Ελλάδα – για τους παράνομους και τους πρόσφυγες ας μην το συζητήσουμε καν), πιστοί στην παράδοση που μας θέλει πάντα ενωμένους σαν μια γροθιά, απαντήσαμε με εκατοντάδες σχόλια και συζητήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και συγκεντρώσεις σε κεντρικά σημεία μεγάλων ευρωπαικών πόλεων που σε πολλές περιπτώσεις κατέληξαν σε πολύ οικεία τσαμπουκαλέματα μεταξύ διαφωνούντων υποστηρικτών ελληνικών πολιτικών κομμάτων.
Δυο-τρεις χειμώνες και καλοκαίρια μετά, η κατάσταση έχει αλλάξει αρκετά. Η ευρωπαική κρίση δεν μονοπωλεί πλέον το ενδιαφέρον του Τύπου, οι άστεγοι και τα συσσίτια δεν πουλάνε με αποτέλεσμα ο μέσος πολίτης να έχει χάσει το ενδιαφέρον του για την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα, τους ασυνείδητους τους Έλληνες και το φόβο ότι όλα του τα λεφτά θα πετάξουν εν μία νυκτί με air cargo προς Ελευθέριος Βενιζέλος. Η συζήτηση περί Ελλάδος έχει ξαναγυρίσει στα προηγούμενα επίπεδα:
“Griekenland; Τι ωραία! Σε ποιό νησί να πάμε φέτος το καλοκαίρι;”
Έτσι, δεν ήρθε καθόλου σαν έκπληξη το γεγονός ότι η ελληνική κρίση απουσίασε σε πολύ μεγάλο βαθμό από το προεκλογικό διάλογο των φετινών ευρωεκλογών στην Ολλανδία.
Ας μην προτρέξουμε, όμως, να κρίνουμε τον πολιτικό πολιτισμό ενός κράτους μόνο από κάποια περιστατικά ποταπού επιπέδου πολιτικού λόγου και από τον φόβο του μεσοαστού μπροστά στο οικονομικό άγνωστο. Ο πολιτικός πολιτισμός κρύβεται και στα απλά, πρακτικά και καθημερινά. Εκλογές και προεκλογική περίοδος στην Ολλανδία σημαίνει παντελής έλλειψη αφισορύπανσης. Το πολύ αγαπημένο χαρτοαφισομάνι, ειδικά σε εμάς που είχαμε την τύχη να το υποστούμε και γύρω από τα φοιτητικά μας έδρανα, είναι άγνωστη έννοια. Οι αφίσες των υποψηφίων και των πολιτικών κομμάτων τοποθετούνται σε μέγεθος κόλλας Α3 σε ειδικά ταμπλό σε κεντρικά σημεία πόλεων και χωριών. Οι εκλογές ειναι ένα σημαντικό αλλά λιτό γεγονός, γίνονται μέσα στην εβδομάδα και όχι Κυριακή και εκλογικά τμήματα τοποθετούνται ακόμα και σε μορφή λυόμενου έξω από τους σταθμούς των τρένων έτσι ώστε να διευκολύνονται οι δημότες – πολίτες να ψηφίσουν. Λίγες ημέρες πριν τις ευρωεκλογές, νεολαίοι του σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος για την Εργασία μοίραζαν κόκκινα τριαντάφυλλα, το σύμβολο του κόμματος, στις εξόδους των σιδηροδρομικών σταθμών.
Όμως σε αυτές τις ευρωεκλογές η Ευρώπη δεν χρωματίστηκε μόνο στο κόκκινο του τριαντάφυλλου, στο μπλε της Χριστιανοδημοκρατίας ή στο πράσινο της Οικολογίας. Έπεσε και πολύ μαύρο. Στη Γαλλία της ελευθερίας, ισότητας, αδελφότητας, ο χάρτης βάφτηκε μαύρος. Διψήφια ποσοστά στη Δανία και την Αυστρία. Και φυσικά, στην Ελλάδα.
Στην Ελλάδα, όπου ακούγεται πανταχόθεν το γνωστό -και ορθό- επιχείρημα, ότι η οικονομική κρίση οδηγεί την κοινωνία σε νεο-φασιστικές τάσεις, όπως φυσικά ισχύει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Τόσο εύκολα τα παρατάμε άραγε ως ευρωπαϊκή κοινωνία; Τη δεκαετία του ’90 τρίβαμε τα χέρια μας για την ελεύθερη μετακίνηση, τα Εράσμους και τις επιδοτήσεις και με το που τέλειωσαν τα λεφτά γυρνάμε την πλάτη και κόβουμε γέφυρες; Αρκεί η ανεργία, η εργασιακή εκμετάλλευση και η αβεβαιότητα για το εργασιακό μέλλον να μετατρέψει έναν άνθρωπο σε νεο-φασίστα; Και είναι αθεράπευτος ρομαντισμός υπό τις σημερινές συνθήκες να επιμένεις να θέλεις να επιτύχει το ευρωπαϊκό πρότζεκτ, με ριζική ανανέωση και νέες πολιτικές;
Η οικονομική κρίση που σαρώνει όλη την Ευρώπη έχει αρχίσει να μετατρέπει πολλούς από εμάς σε ρινόκερους. Είμαι σίγουρη ότι ο Ιονέσκο θα συμφωνούσε. Όσο υπάρχει όμως έστω και ένας που θα θέλει “μέχρι το τέλος να παραμείνει άνθρωπος”, θα υπάρχει και η ελπίδα.
*Η Αγγελική Τσαπατσάρη ειναι νομικός, ζει και εργαζεται στην Ολλανδία