Ώρες αγωνίας, ίσως και προσευχών για κάποιους, έντονης συναισθηματικής φόρτισης, έντασης, ίσως και φόβου. Ο ελληνικός λαός ξενυχτάει και οι μνήμες είτε από προσωπικά βιώματα, είτε από εξιστορήσεις, με σκηνές πολέμου βομβαρδίζουν το μυαλό.
Για άλλους, όμως, είναι ώρα ευθύνης. Η βραδιά των Ιμίων ήταν από εκείνες τις στιγμές που οι αμερικανοί ονομάζουν «once in a lifetime». Πολιτικοί και στρατιωτικοί περνούν από μια δοκιμασία που δεν έχουν επιλέξει. Ακριβώς πίσω τους, στέκουν οι δημοσιογράφοι που εντελώς αναπάντεχα, πρέπει να σταθούν με τη σειρά τους στο ύψος των περιστάσεων. Πόσο μπορεί να διατηρήσει κάποιος την ψυχραιμία του, να σταθεί απέναντι στα γεγονότα που διαδραματίζονται, στην ιστορία που γράφεται, χωρίς να μπει ο ανθρώπινος παράγοντας;
Νεαρός δημοσιογράφος ο Σωτήρης Ξενάκης (Kontra Channel,E TV, Vima FM, Παραπολιτικά), θυμάται την αγωνία, την προσπάθεια να βγει η είδηση, να διασταυρωθεί, μέσα σε ένα πλήθος ρεπόρτερ: «Το MEGA είχε όλο το βαρύ πυροβολικό του πολιτικού ρεπορτάζ τότε. Εγώ ήμουν κοινοβουλευτικός συντάκτης και μαζί με τον Ιορδάνη Χασαπόπουλο, που έκανε κυβερνητικό ρεπορτάζ, βρεθήκαμε έξω από το πρωθυπουργικό γραφείο οπού γινόταν μίνι υπουργικό συμβούλιο. Στο στενό διάδρομο του πρώτου ορόφου της Βουλής, που οδηγεί στο πρωθυπουργικό γραφείο υπήρχε πάρα πολύς κόσμος. Δημοσιογράφοι, φωτορεπόρτερ από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Τόσο πολύ κόσμο είχα να δω από τότε που ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν στο Ωνάσειο. Εκείνο το βράδυ είχαμε επιστρατευτεί όλοι για τις ανάγκες του ρεπορτάζ και βγαίναμε σε ζωντανές συνδέσεις. Η αγωνία για το αν θα οδηγηθούμε σε πόλεμο είναι μεγάλη. Όλοι τρέχουν. Μετά από 18 χρόνια αυτό είναι που θυμάμαι τόσο έντονα. Από τη Βουλή βγήκαμε τα ξημερώματα, όταν και ήμασταν σίγουροι πως είχαν αποφευχθεί τα χειρότερα».
Εκείνο το βράδυ φαινόταν πως τα πράγματα λειτουργούσαν ανάποδα. Όσο περνούσε η ώρα, τόσο μάκραινε η νύχτα. Οι εντάσεις στο Αιγαίο, άλλωστε, είναι συχνές. Αλλά δεν έχουν την κλιμάκωση εκείνης της νύχτας. Και στο δημοσιογραφικό επάγγελμα, αλλού βρίσκεσαι τη μια στιγμή, άλλα πράγματα συζητάς και ξαφνικά, είσαι μπροστά από μια κάμερα, γνωρίζοντας πως το πανελλήνιο σε παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα και θα πρέπει να αρθρώσεις μια πρόταση που μέσες – άκρες λέει… «Τούρκοι κομάντος κατέλαβαν ελληνικό έδαφος». Ο Γιάννης Πολίτης, (αρθρογράφος στη Real News, Σχολιαστής Real FM, Action24 TV) θυμάται πως από μια ταβέρνα στα Ηλύσια, βρέθηκε την επόμενη στιγμή αντιμέτωπος με τη μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας του…
«Το μεγαλύτερο στρες της επαγγελματικής μου ζωής το έζησαν τη βραδιά των Ιμίων. Ήμουν πολιτικός συντάκτης στο MEGA και έκανα το κυβερνητικό ρεπορτάζ.
Θυμάμαι σαν τώρα πως ήμουν σε μια ταβέρνα στα Ιλίσια με άλλους πολιτικούς συντάκτες… Μας είχε καλέσει ένας πολιτικός για τα «γνωστά δείπνα». Μου τηλεφώνησε ο διευθυντής Ειδήσεων του MEGA, Γιώργος Λεβεντογιάννης και μου λέει «όπου και αν είσαι, εξαφανίσου τώρα και πήγαινε στη Βουλή. Έχουμε μείζονα κρίση. «Είναι κακό να τρως σε μια ταβέρνα τέτοια ώρα», ήταν η ατάκα του παλιού και αυταρχικού διευθυντή. Είχαμε από το πρωί «κρίση» και θα έπρεπε να είμαι alert. Παρατάω τη μπουκιά μου και σε πέντε λεπτά βρίσκομαι στη Βουλή. Είμαι στη Βουλή, λοιπόν, την ώρα που μπαίνει ο Σημίτης, ο Πάγκαλος, ο Αρσένης. Στο studio του MEGA είχε βραδινή βάρδια η Έλενα Κατρίτση, έμεινε και ο Νίκος Χατζηνικολάου, μήπως χρειαστεί να βοηθήσει. Στο control ήταν ο Γιώργος Λεβεντογιάννης.
Μεταδίδω ακατάπαυστα όλα αυτά που έχουν συμβεί από το πρωί και ό,τι άλλο ξέρω για την εξωτερική μας πολιτική και τις σχέσεις μας με την Τουρκία, αφού για πολλές ώρες δεν έχουμε ενημέρωση για αυτά που συμβαίνουν στο γραφείο του πρωθυπουργού. Ξέρουμε πως τα πράγματα είναι σε τεντωμένο σκοινί. Κάποια στιγμή, μου λέει από το control ο Λεβεντογιάννης: «Άρχισε να μεταδίδεις ψύχραιμα και χωρίς χαρακτηρισμούς. “Σύμφωνα με αυτά που ανταποδίδει το τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων και σύμφωνα με την ανταποκρίτριά μας στο MEGA, πως Τούρκοι κομάντος κατέλαβαν τη βραχονησίδα Ίμια. Για πρώτη φορά κατακτιέται ελληνικό έδαφος μετά τον πόλεμο”.
Με πιάνει φοβερή ταραχή. Από το μυαλό μου περνάνε χίλιες σκέψεις. 1 στα 100 να είναι λάθος η είδηση, εγώ θα εξαφανιστώ από τη δημοσιογραφία. Θα είμαι αυτός που μετέδωσε ότι καταλήφθηκε Ελληνικό έδαφος από τους Τούρκους. Άσχετα, εάν το έλεγε το Αθηναϊκό Πρακτορείο, το Τουρκικό Πρακτορείο ή μια συνάδελφος, από το στόμα μου θα είχε ειπωθεί και μάλιστα στο MEGA.
Συνεχίζω τις ιστορίες, άσχετα αν από το control ο Λεβεντογιάννης μου λέει, «θα το πεις παιδί μου ή θα το πει πρώτος ο ΑΝΤ1 και θα καταστραφούμε;». Πανικόβλητος εγώ, ροκανίζω ακόμη ένα δεκάλεπτο, όπου ο Λεβεντογιάννης είναι έξαλλος και μου λέει: “Γιάννη θα το πεις ή να βγω να το πω εγώ;”. Έτσι, το λέω και εγώ, όσο πιο αμήχανα μπορεί να το πει κανείς στο δελτίο ειδήσεων… “Όπως με πληροφορούν από το control και όπως μεταδίδει το Τουρκικό Πρακτορείο Ειδήσεων… Και αν έχουν δίκιο οι Τούρκοι συνάδελφοι… Και εάν έχει σωστή ενημέρωση η ανταποκρίτρια από την Τουρκία… Και εάν όλα αυτά είναι έτσι, πιθανότατα, Τούρκοι κομάντος έχουν καταλάβει τα Ίμια”. Έχω βάλει… 32 “εάν” και “πιθανότατα”! Στο τέλος ίσως δεν κατάλαβε κανείς τι έχω πει.
5 λεπτά αργότερα συνειδητοποιώ πως στο γραφείο των συσκέψεων του πρωθυπουργού και των επιτελών του, δεν έχουν ακριβή ενημέρωση. (Όποιος έχει διαβάσει για εκείνη τη βραδιά, γνωρίζει πως οι επιτελείς και οι αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων άργησαν πολύ να καταλάβουν τι έχει γίνει). Βγαίνει σε κάποια στιγμή ο Ρέππας, που είναι εκπρόσωπος Τύπου και μου κάνει νόημα “σε θέλω”. Βγαίνω από το «κάδρο» και με ρωτά, “τι είναι αυτό που μετέδωσες;”. Εκεί έπαθα το… έμφραγμα! Σκέφτομαι, “αν μέσα δεν το ξέρουν, τότε έχω πει βλακεία”. Του λέω τις πηγές μου και ο Ρέππας τότε λέει ένα «Παναγία μου» και φεύγει.
Τότε είναι που συνειδητοποιώ πως η εικόνα που έχουν μέσα δεν είναι σαφής. Και πρέπει να είναι εκείνη η στιγμή που όπως περιγράφεται, σημειώθηκε η κόντρα του πρωθυπουργού με τον ναύαρχο Λυμπέρη. Μου φαίνεται πως ο Σημίτης του μίλησε άσχημα, γιατί δεν μπορούσε να του δώσει σαφή περιγραφή για το τι γίνεται στις βραχονησίδες. Δηλαδή οι Τούρκοι τα ήξεραν, τα μετέδιδαν κι εμείς δεν είχαμε εικόνα ούτε ως χώρα, ούτε ως δημοσιογραφία. Και μου έλαχε να το πω πρώτος. Δυστυχώς για τη χώρα ήταν αλήθεια. Ευτυχώς για μένα δεν καταστράφηκα. Αλλά το “δυστυχώς για τη χώρα” είναι πιο σημαντικό… Καλύτερα να είχα πει εγώ τη γκάφα του αιώνα και να μην είχε συμβεί αυτό το γεγονός.
Από τη Βουλή φύγαμε στις 07.00 το πρωί. Ήμουν όρθιος από τις 21.00 μέχρι εκείνη την ώρα. Μετά τις 05:00, με αντικατέστησε ο Ρουσόπουλος, που τότε ήταν αρχισυντάκτης του πολιτικού ρεπορτάζ του MEGA. Έφυγα και πήγα στο studio του σταθμού, στο Σύνταγμα, που άρχιζε η πρωινή εκπομπή του Παύλου Αλέπη, για να περιγράψω τι είχε συμβεί το προηγούμενο βράδυ. Δεν κοιμήθηκα ούτε το επόμενο βράδυ, γιατί έπρεπε σε μια τέτοια κρίση, στο μεγαλύτερο κανάλι, να κάνω το κυβερνητικό ρεπορτάζ. Δεν κοιμήθηκα ούτε την επομένη γιατί τα γεγονότα ήταν ραγδαία.
Ο πανικός και η αγωνία εκείνων των στιγμών με συνοδεύει για πάντα. Σκεφτείτε τι θα είχε συμβεί… Θα ήμουν ο μεγαλύτερος προβοκάτορας ή βλάκας ή ηλίθιος της χώρας, εάν δεν ίσχυε η πληροφορία. Αν σήμερα μου τύχαινε αυτό, δεν θα μετέδιδα αυτήν την είδηση. Δεν θα υπάκουγα στον διευθυντή ειδήσεων. Θα έβγαινα από το «κάδρο» και θα έλεγα “δεν μπορώ να το πω αυτό. Βγάλε την ανταποκρίτρια που έχει την είδηση να το πει”.
Φωνές, ένταση, πληροφορία, τσεκάρισμα… Στο ένα αυτί η προσπάθεια να επιβεβαιωθεί ή να διαψευστεί μια είδηση, από το άλλη ακούγονται οι φωνές για μια νέα πληροφορία που μόλις έφτασε. Οι αισθήσεις δουλεύουν στο κόκκινο για ώρες. Ένστικτο και κρίση δεν πρέπει να μπερδεύονται, αλλά να λειτουργούν παράλληλα και ταυτόχρονα. Ο Αλφόνσος Βιτάλης (Δημόσιο Ραδιόφωνο) σημειώνει την προσπάθεια που καταβάλλουν οι δημοσιογράφοι να ενημερώσουν αξιόπιστα τον ελληνικό λαό, ενώ δεν παραλείπει να αναφερθεί και στον ανθρώπινο παράγοντα.
«Υπήρχε από νωρίς μια πληροφορία που μάλιστα διασταυρώθηκε αργά το βράδυ, κάνοντας πρωτιά το MEGA, για την προσάραξη με βλάβη, ενός τουρκικού πλοίου στα δίπλα στα Ίμια. Εκεί υπήρχε μια ανταλλαγή πληροφοριών και ένας προβληματισμός γύρω από το Notam. Ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης και στο υπουργείο Εξωτερικών προσπαθούσαν να καταλάβουν «που το πάνε οι Τούρκοι». Ήθελαν με Notam που είχαν στείλει και ουσιαστικά αμφισβητούσαν την κυριαρχία της Ελλάδας στην περιοχή, να εξακριβώσουν εάν είναι κάποιο τεστ ή κάτι άλλο. Αυτή η Notam ήταν ουσιαστικός ο προάγγελος του τι θα επακολουθούσε στα Ίμια, με τους Τούρκους κομάντος να αποβιβάζονται και τον ελληνικό στόλο λίγες ώρες αργότερα να κινητοποιείται. Ήμουν από νωρίς στο υπουργείο Εξωτερικών για να καλύψω τρέχοντα θέματα, όταν και πιάσαμε μια ατμόσφαιρα μαζί με άλλους συναδέλφους πως κάτι συνέβαινε. Η εξέλιξη ήταν ταχύτατη, ραγδαία… Κάναμε τη διαδρομή από το υπουργείο Εξωτερικών στο γραφείο του πρωθυπουργού, όπου γινόταν συνεχείς συνεδριάσεις, για να εκτιμηθεί και να αντιμετωπιστεί η κατάσταση. Στη συνέχεια είχα βάρδια στη σύνταξη ειδήσεων στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ και από εκεί, πλέον, παρακολουθούσα όλες τις εξελίξεις.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, στη ροή των πληροφοριών, υπάρχει ένα θέμα… Διότι σε τόσο κρίσιμες καταστάσεις και όσοι έχουν περάσει από το διπλωματικό ρεπορτάζ, οι πληροφορίες πρέπει να είναι πολύ καλά τσεκαρισμένες, γιατί έρχονται από πολλές πλευρές ανεπιβεβαίωτες φήμες, αδιασταύρωτες πληροφορίες. Αλλά μέχρι να γίνει η διασταύρωση και να έχεις κάτι επίσημο, είναι μια αγχώδης δουλειά.Η αλήθεια είναι πως η πρώτη ροή πληροφοριών ήταν συγκρατημένη και προσπαθούσαμε όλοι να μάθουμε από άλλα «κέντρα». Είχαμε μια πρώτη εικόνα από την κυβέρνηση, αλλά μέχρι να επιβεβαιωθούν αυτές οι πληροφορίες, ανιχνεύαμε και από άλλες πλευρές.
Για παράδειγμα, συνάδελφοι που είχαν επαφές με τουρκικά Μέσα και τούρκους δημοσιογράφους, κάποιοι άλλοι προσπαθούσαν να κινήσουν τα νήματα στην αμερικάνικη πρεσβεία και να πάρουν πληροφορίες, άλλοι μιλούσαν με συναδέλφους στην Ουάσιγκτον, που έκαναν το ρεπορτάζ στο State Department. Γενικότερα, ο κόσμος που έτρεξε εκείνο το βράδυ, αλλά και τις επόμενες ημέρες για το ρεπορτάζ, ήταν σε έναν συνεχή αναβρασμό, αλλά υπήρχε και πολύ καλή συνεργασία μεταξύ μας. Ανταλλάσσαμε και τις πληροφορίες που είχαμε από διαφορετικές πηγές, για να έχουμε μια πιο πλήρη εικόνα. «Δυνατό» ήταν επίσης και το ρεπορτάζ από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, όπου υπήρχε και εκεί έντονη κινητικότητα. Αλλά το κέντρο εκείνο το βράδυ ήταν το πρωθυπουργικό γραφείο και η συνεδρίαση ΚΥΣΕΑ.
Ήταν μοναδικές και συγκλονιστικές δημοσιογραφικές στιγμές. Αντιλαμβάνεστε πως με το πέρασμα των ωρών αρχίσαμε να διαμορφώνουμε μια εικόνα πως μπορεί να έχουμε ένα «μπραφ»! Υπήρχε τελικά το «μπραφ» με το ελικόπτερο που έπεσε, αλλά από ατύχημα και όχι από κάποιο άλλο λόγο. Βέβαια, όλοι στο πίσω μέρος του μυαλού μας είχαμε το σενάριο να υπάρξει κλιμάκωση και γενικότερη ένταση.
Ειδικά όταν πληροφορηθήκαμε πως έφυγε και ο στόλος, το άγχος μας έγινε μεγάλο, αλλά και το βάρος της ευθύνης για το ρεπορτάζ που θα έπρεπε να καλύψουμε μεγαλύτερο. Γιατί εγώ και πολλοί άλλοι συναδέλφοι που καλύψαμε αυτήν την κρίση, είχαμε ακούσει για τη μεγάλη ελληνοτουρκική κρίση του ’87, που φτάσαμε στα πρόθυρα του πολέμου, αλλά δεν είχαμε βιώσει κάτι ανάλογο. Δεν είχαμε καλύψει ποτέ στο παρελθόν κάτι τόσο έντονο και μεγάλο.
Παρόλο που στο πίσω μέρος του μυαλού μας είχαμε όλοι το χειρότερο σενάριο, αντιλαμβανόμασταν πως ο διεθνής παράγοντας δεν θα επέτρεπε να γίνει ένα «μπαμ». Το ξέραμε πως θα παιζόντουσαν διάφορα διπλωματικά παιχνίδια και θα ασκούνταν πιέσεις, αλλά γνωρίζαμε πως θα αποφευχθούν τα χειρότερα.
Καθησυχαστικοί πολιτικοί, που να μην αγωνιούσαν για την εξέλιξη, δεν υπήρχαν. Μπορεί κάποιοι να έβγαιναν για να χαμηλώσουν τους τόνους, αλλά στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις «έβγαινε» το άγχος και η νευρικότητα. Και ειδικά σε μια φρέσκια κυβέρνηση, όπως αυτή του Σημίτη, που μόλις είχε σχηματιστεί, η «καυτή πατάτα» έπεφτε στα χέρια τους. Και ήταν ένα κρίσιμο crash test και για τον πρωθυπουργού και για το υπουργικό συμβούλιο.
Αναφέρω το όνομα του αείμνηστου Αναστάσιου Πεπονή, ενός πολύ έμπειρου πολιτικού με ευαισθησία και γνώση στα εξωτερικά θέματα. Θυμάμαι την επιμονή του για αποτελεσματική αντιμετώπιση της κρίσης και για να γίνει προσπάθεια, έστω και κάτω από δύσκολες συνθήκες, η Ελλάδα να δώσει με αξιοπρέπεια τη διπλωματική μάχη για να κατοχυρώσει τις θέσεις της. Αλλά και να κάνει παντού γνωστό -και με όποιον τρόπο μπορούσε- τις πάγιες θέσεις και αρχές για αυτά τα ζητήματα. Και όπως επανειλημμένα έλεγε, “υπήρχαν αξίες πολιτικές στη διπλωματία και επιλογές που είχαν γίνει από δύο μεγάλους ηγέτες της Ελλάδας, μετά τη Μεταπολίτευση, στη γραμμή απέναντι στην Τουρκία, του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Ανδρέα Παπανδρέου”.